Ορολογία μαγειρικής τέχνης

αβγολέμονο

Ελληνική σούπα απο κροκάδια αυγών και χυμό λεμονιού συνδυασμένου με ζωμό απο κοτόπουλο και ρύζι. Ιδιαίτερα δημοφιλές στην περιοχή των Βαλκανίων. Το ίδιο όνομα προσδιορίζει και μία σάλτσα απο κρόκους αυγών και χυμό λεμονιού

αβγοτάραχο

έδεσμα από δίδυμες ταριχευμένες ωοθήκες ψαριών, περιβαλόμενες από κερί. αγγελικοί ιππείς

Μύδια τυλιγμένα σε μπέικον, σουβλισμένα, ψημένα και σερβιρισμένα σε βουτηρωμένα δάχτυλα απο ψωμί του τοστ. Ιδιαίτερα αγαπητό ορεκτικό στην Αγγλία

αζουματα

χορταρικά, τρώγονται ωμά με λάδι και ξύδι ή βραστά αϊράν ή αϊράνι ή αριάνι

Παρασκεύασμα από γιαούρτι και νερό. Τρώγεται είτε με το κουτάλι στο πιάτο, συνοδευόμενο από φρυγανιές σπασμένες (ως σούπα) είτε στο ποτήρι (σαν αναψυκτικό). Είναι αρκετά ξινό στη γεύση και πολύ-πολύ δροσιστικό. Για τη ζέστη είναι ό,τι πρέπει, ξεδιψάει πολύ πιο αποτελεσματικά από το νερό και, φυσικά, από οποιοδήποτε αναψυκτικό (πίνεται πολύ κρύο). Σε περιοχές της Μέσης Ανατολής, το ρόφημα αυτό αρτίζεται με μια πρέζα αλάτι όταν πρόκειται να συνοδέψει ένα γεύμα ή με ζάχαρη όταν πίνεται σκέτο, ως αναψυκτικό. Κυκλοφορεί τυποποιημένο, από την Σερραϊκή βιομηχανία γάλακτος και την Εβροφαρμ.

ακανέδες

λουκούμια με φρέσκο βούτυρο και αμύγδαλο. Θα τα βρείτε στις Σέρρες αλίπαστα

όλα τα παστά παστωμένα με αλάτι σε βαρέλια (σαρδέλλες, λακέρδα, σκουμπρί) άλμη

έτσι λέγεται η διάλυση του αλατιού στο νερό που τη χρησιμοποιούμε για να διατηρήσουμε ελιές, τυρί, τουρσιά κλπ.

αμαρέτο

ιταλικό λικέρ αμυγδάλου. αματριτσιάνα (amatriciana)

σπαγγέτι με ντομάτα, ζαμπόν και μπέικον

αμερικάνικο ψωμί

ψωμί από καλαμποκάλευρο και σιτάλευρο. Είναι πιο κιτρινωπό από το σταρένιο ψωμί και κρατάει περισσότερο.

αν κρούτ

τρόπος μαγειρέματος όπου το κρέας ή το πατέ τυλίγεται σε ζύμη σφολιάτας και ψήνεται μέσα σε αυτή

ανάβω αλκοόλ

ρίχνουμε ποτό με υψηλό βαθμό αλκοόλ (π.χ. ρούμι) πάνω σε ένα γλυκό, μισοψημένο κρέας ή ψάρι και το ανάβουμε.

ανγκοστούρα

πολύ πικρό απόσταγμα βοτάνων. Χρησιμοποιούνται οι σταγόνες του για να δώσουν άρωμα και χρώμα στα ποτά.

ανθρίσκος

μπαχαρικό. Τα φύλα του χρησιμοποιούνται φρέσκα ή αποξηραμένα σε ψαρόσουπες και φαγητά με ψάρι ή σε σαλάτες.

ανισέτ (anisette)

Γαλλικό άχρωμο λικέρ από γλυκάνισο. αντζούγια

σαρδέλα που τρώγεται παστή αντικολλητικό τηγάνι

ιδανικό για ευαίσθητα φαγητά που κολλούν εύκολα αλλά και για διαιτητικά μενού (γιατί μπορεί να χρησιμοποιηθεί και χωρίς καθόλου λίπος). Η παχιά βάση του θερμαίνεται ομοιόμορφα και επιτρέπει το σωστό κοκκίνισμα με τραγανή κρούστα

αντράκλα

η γλυστρίδα, χρησιμοποιείται ως σαλατικό. Πρέπει να πλυθεί καλά πριν να μπει στη σαλάτα.

αντρέ βολάν

έτσι αποκαλούνται τα ελαφριά πρώτα πιάτα απάκι

(μακρόστενα) κομμάτια μαλακού, άπαχου χοιρινού κρέατος που μαρινάρεται σε ξύδι και στη συνέχεια καπνίζεται (συνήθως με αρωματικά χόρτα). Το συναντάμε στην Κρήτη

απεριτίφ

Ποτά που πίνονται πριν από το γεύμα (αρωματικά κρασιά, βερμούτ, σέρυ, πορτο, λικέρ, κλπ.).

απόχτι

αλλαντικό από τη Σαντορίνη, πολύ κοντά στη Λούντζα. Ωριμάζει στον αέρα, έχει έντονο κόκκινο χρώμα και απαλό άρωμα. Τρώγεται ωμό.

αραβικός καφές

Καφές με την μορφή σκόνης, εμπλουτισμένος με κάρδαμο, μοσχοκάρυδο ακόμα και σαφράν. Πίνεται χωρίς γάλα ή ζάχαρη. Στις αραβικές χώρες η προετοιμασία και το σερβίρισμα του, θεωρείται σύμβολο φιλοξενίας

αράκ

Δυνατό ασιατικό απόσταγμα από ρύζι ή χουρμάδες. αριάνι

παραδοσιακό κρύο ρόφημα με γιαούρτι και νερό αρίσα

καυτερή σάλτσα που φτιάχνουν στην Τυνησία. αρμανιάκ (armagnac)

Γαλλικό απόσταγμα κρασιού. Μοιάζει με το κονιάκ. αρνόπιτα

μεζές που φτιάχνουν στην Τρίπολη μέσα σε σκέπη (ή μπόλια) ασιατικό αχλάδι

Φρούτο το οποίο αποτελεί μακρινό συγγενή του γνωστού αχλαδιού. Μοιάζει με στρογγυλό μήλο με κίτρινη, καφέ ή πράσινη φλούδα. Παρόλο που έχει μία άτονη γεύση, διατηρεί την τρυφερή υφή του κατά την διάρκεια του μαγειρέματος

ασπαρτάμη

Γλυκαντικό. Υποκατάστατο ζάχαρης. Ακατάλληλο για μαγείρεμα ή για χρήση με οξέα (πχ λεμόνι)

άσπρο ψωμί

κοινός τύπος ψωμιού, χωρίς πίτουρα. αυγοκόβω

ανακατεύουμε στις σάλτσες ή τις σούπες κίτρινο αυγό, που προηγουμένως χτυπήσαμε σε κρύο υγρό. Μετά από αυτό, δεν επιτρέπεται το φαγητό να βράσει.

βασιλικός

Αρωματικό φυτό με καταγωγή από την Ινδία. Χρησιμοποιείται ευρύτατα στη μεσογειακή κουζίνα και κυρίως στην ιταλική. Θα τον βρείτε φρέσκο το καλοκαίρι.

Τα φύλλα του είναι από πολύ λεπτά ως πολύ μεγάλα. Τα φύλλα του πλατύφυλλου βασιλικού πρέπει να τρώγονται σχεδόν ωμά γιατί η γεύση τους χάνεται εύκολα. Ταιριάζει με το ελαιόλαδο, τη μελιτζάνα, τη ντομάτα, το σκόρδο και το κρεμμύδι.

βγάζω τα λέπια

αφαιρούμε τα λέπια από το ψάρι. Βγαίνουν καλύτερα κάτω από τρεχούμενο νερό. Κρατάμε το ψάρι γερά από την ουρά και με ένα μαχαίρι ξύνουμε το ψάρι από την ουρά προς το κεφάλι για να βγουν τα λέπια.

βελγικό αντίβ (belgian endive)

είδος ραδικιού. Αποκαλείται και witloff. Τα φύλλα κόβονται και προστατεύεται από το φώς, έτσι ώστε τα νέα χλωμά κίτρινα φύλλα, που μοιάζουν με φύλλα καπνού, να ξαναφυτρώσουν. Χρησιμοποιείται φρέσκο σε σαλάτες ή μπρεζαρισμένο σε διάφορες παρασκευές. Το λαχανικό αυτό ανακαλύφθηκε μόλις τον προηγούμενο αιώνα κοντά στις Βρυξέλλες. Εκεί καλλιεργείται ευρύτατα σήμερα κατά την διάρκεια του χειμώνα και του φθινοπώρου

βενεδικτίνη

είδος λικέρ, που παρασκευάζεται από χυμούς φρούτων βερμούτ

Γενική ονομασία για αρωματισμένα κρασιά με βότανα και μπαχαρικά. βινεγκρέτ (vinegrette)

σος με λάδι και ξίδι. Χρησιμοποιείται για ντρέσινγκ σε σαλάτες

βλίτα

είδος χορταρικού

βοσίβα

μπακλαβάς με σταφίδες που φτιάχνουν στην Κορινθία βότκα (vodka)

Πολωνικό-ρώσικο απόσταγμα δημητριακών. Άχρωμο, άοσμο και με ουδέτερη γεύση. βράζω (boil)

μαγείρεμα με υγρά τα οποία είναι ή υπερέχουν το σημείο βρασμού (100ο C), όταν το υγρό δημιουργεί φυσαλίδες και εξατμίζεται σε μορφή ατμού

γάλα Καρύδας

Πλούσιο σε λιπαρά. Κόβει εύκολα και χρειάζεται διαρκές ανακάτεμα. Δένει με πράσινο κάρι και πράσινο τσίλι. Αν και φυτικό, μοιάζει σε ιδιότητες και γεύση με τα ζωικά λίπη.

γαλακτομπούρεκο

γλυκό που φτιάχνεται με γάλα, φύλλο κρούστας και σιρόπι γαλατόπιτα

πίτα που φτιάχνεται κυρίως με γάλα γαλέτα

σκληρό παξιμάδι με σχήμα μικρού ψωμιού με τρύπες στη μέση. Χρησιμοποιείται στη ζαχαροπλαστική αντί της φρυγανιάς

γαρδούμπα

ορεκτικό που παρασκευάζεται από εντόσθια αμνοερίφιων, τα οποία δένονται σε μικρές πλεξούδες.

γέμιση

μείγμα από κρέας-κιμά, ψωμί, ξηρούς καρπούς, κουκουνάρι, αυγό και αρωματικά. Χρησιμοποιείται για γέμιση σε πουλερικά ή σε ρολό κρέας καθώς και για γεμιστές ντομάτες και πιπεριές.

γερμανικό ψωμί

ψωμί από μείγμα δημητριακών, κυρίως από σίκαλη γερμάς

ροδάκινο που όταν είναι ώριμο έχει κιτρινοκόκκινη φλούδα που αφαιρείται εύκολα με το χέρι. Έχει γλυκιά, μαλακή και χυμώδη σάρκα

γιαπράκια

κολοκυθοκορφάδες με γέμιση ρύζι και λαχανικά, τοπική σπεσιαλιτέ στο Δομοκό γκαϊγκανάς

παραδοσιακό φαγητό της Νάουσας . Φέτες τυριού τηγανισμένες με αβγά και αλεύρι. γκαλιάνο (galliano)

Ξανθό Ιταλικό λικέρ γλυκανίσου. γκούλας

Καθαρά ουγγρικής προέλευσης. Μαγειρεύεται ως σούπα και τότε λέγεται gulyasleves (γκούγιασλεβες) ή ως κατσαρόλας και τότε λέγεται gulyas (η σωστή ουγγρική προφορά είναι γκούγιας). Από μοσχαρίσιο κρέας (ή και χοιρινό). Καρυκευμένο με κόκκινο πιπέρι (πάπρικα). Σερβίρεται με κόκκινο κρασί. [από: Mary Regeczi]

γκραν μαρνιέ (grand marnier)

Γαλλικό λικέρ από κονιάκ και εσπεριδοειδή. Θα το βρείτε σε 2 τύπους, με κίτρινη και κόκκινη κορδέλα.

γκρανόλα

είδος δημητριακού με συστατικά όπως η μαύρη ζάχαρη, σταφίδες, ξηρούς καρπούς κλπ.

γκράπα (grappa)

ιταλικό τσίπουρο, προέρχεται από διπλή απόσταξη στεμφύλων. Τη σερβίρουμε παγωμένη, σαν χωνευτικό στο τέλος ενός γεύματος

γκρατινάρισμα

Μαγειρεύετε το φαγητό, το περιχύνετε με ανάλογη σάλτσα, τριμμένη φρυγανιά ή γαλέτα και ψήνετε σε δυνατή θερμοκρασία για να δημιουργηθεί κρούστα

γκρατινέ

φαγητό που έχει παρασκευαστεί με τέτοιο τρόπο ώστε να δημιουργείται χρυσοκόκκινη κρούστα στην επιφάνεια του ύστερα από το ψήσιμο στο φούρνο και αφού το φαγητό έχει περιχυθεί με διάφορα υλικά δεμένα με αβγά ή μπεσαμέλ.

γκριλ

Τρόπος ψησίματος κατά τον οποίο το κρέας ψήνεται από την έντονη εκπομπή θερμότητας. Το κρέας που ψήνεται στο γκριλ κρατά τους χυμούς του και γίνεται πολύ νόστιμο. Ιδανικό για μπιφτέκια, μπριζόλες και ότι θέλετε να ξεροψηθεί απο έξω αλλά να παραμείνει ζουμερό στο εσωτερικό του.

γλάσο

παχύρευστο σιρόπι από ζάχαρη και ασπράδι αβγών, με το οποίο καλύπτονται διάφορα γλυκά ή τούρτες αποκτώντας γεύση και χρώμα.

γογγύλι

η σαρκώδης ρίζα των φυτών που μπορεί να φαγωθεί γογγύλια ή ρέβες ή ράπες

είδος βολβού, η εποχή τους είναι από Μάϊο ως Ιούλιο. Τρώγονται ωμά ή τουρσί (τα φύλλα τους δεν τρώγονται)

γουακαμόλε

πικάντικη μεξικάνικη σάλτσα με αβοκάντο γουόκ

κινέζικο και γιαπωνέζικο μαγειρικό σκεύος σαν μεγάλο μπολ γούστερ σως

Worcestershire sauce. πικάντικη σάλτσα εμπορίου από σάλτσα σόγιας, ξύδι και καρυκεύματα.

γρεναδίνη

Κόκκινο σιρόπι από ρόδια. Χρησιμοποιείται σε αναμείξεις ποτών για το χρώμα του και σαν γλυκαντικό.

δάφνη ή βάγια

μπαχαρικό με σκουροπράσινα φύλλα. Έχει έντονο άρωμα και γεύση, γιαυτό χρησιμοποιείται σε μικρή ποσότητα (1-2 φύλλα) και προς το τέλος του μαγειρέματος ώστε να μην πικρίσει το φαγητό. Βάλτε τη σε ζωμούς, μαρινάδες και τουρσιά

δεντρολίβανο

μπαχαρικό. Στη μαγειρική χρησιμοποιούνται τα αποξηραμένα φύλλα του για να νοστιμεύσουν κρέατα, πουλερικά. Αρωματίζει επίσης διάφορα κρασιά

δένω

για να κάνουμε πιο πηχτές τις σάλτσες, ρίχνουμε μέσα διαλυμένο αλεύρι κρύο ή άμυλο καλαμποκιού ή γιαούρτι και ανακατεύουμε.

δημητριακά γκρανόλα

είδος δημητριακού με συστατικά όπως η μαύρη ζάχαρη, σταφίδες, ξηρούς καρπούς κλπ.

διπλώνω

ανακατεύουμε πολύ προσεκτικά μέχρι το ένα μείγμα να απορροφήσει το άλλο. Αποφεύγουμε τις δυνατές περιστροφικές κινήσεις, με σκοπό το τελικό μείγμα μας να παραμείνει αφράτο.

δυόσμος

αρωματικό βότανο. Ο δυόσμος με τα στρογγυλεμένα και μαλλιαρά φύλλα έχει πολύ ανώτερη και δυνατότερη γεύση. Με ψιλοκομμένο δυόσμο και γιαούρτι φτιάχνονται ντρέσινγκ για ανατολίτικες σαλάτες. Στην Ινδία τον χρησιμοποιούν σε φρέσκο τσάτνεϊ για κοτόπουλο ταντούρι

ελληνικό ψωμί

το παραδοσιακό ελληνικό ψωμί που γίνεται στα χωριά είναι από σταρένιο αλεύρι. Ζυμώνεται με προζύμι σε σκάφη και αφήνεται να φουσκώσει στην πινακωτή.

Ψήνεται σε παραδοσιακό, χτιστό φούρνο που καίει μέσα ξύλα και πουρνάρια.

Εριοβοτρύα η ιαπωνική

Κοινώς, η μουσμουλιά. Οι κηλίδες των καρπών της δεν είναι σημάδι ασθένειας ή κακής ποιότητας. Διατηρούνται εκτός ψυγείου αν θέλετε να ωριμάσουν γρηγορότερα.

εσκαλόπ

λεπτή φέτα κρέατος που στο ψήσιμο ή τηγάνισμα, μαζεύει και παίρνει σχήμα αχιβάδας (scallop)

εστραγκόν ή αρτεμισία ή αψίθιο το δρακόντιο

Έντονα αρωματικό χόρτο, με γλυκιά γεύση, συγγενικό με το αψέντι. Κατάγεται από τη Σιβηρία και χρησιμοποιείται πολύ στη γαλλική κουζίνα μαζί με το κοτόπουλο.

Συχνά το συναντάμε σαν αρωματικό του ξιδιού ή της μουστάρδας. Δεν πρέπει να συγχέεται με το δρακόντι.

ζαμπαγιόνε

γλυκό φτιαγμένο από κρόκους αβγών, ζάχαρη και γλυκό κρασί (π.χ. μαρσάλα, πορτό) ζαμπόν

παστό κομμάτι χοιρινού κρέατος από μηρό ή πλάτη ζαφορά ή σαφράν ή κρόκος

ακριβό μπαχαρικό με εκλεπτή, εξαίρετη γεύση, χρησιμοποιείται για να χρωματίσει φαγητά και ποτά. Ταιριάζει πολύ στα θαλασσινά, σε ριζότο. Χρησιμοποιείται σε μικρές ποσότητες (2-3 κλωστές αρκούν). Υποκατάστατο του και πολύ φθηνότερο είναι το turmeric που δίνει όμως μόνο χρώμα και όχι άρωμα. Ο κρόκος αποτελεί ένα από τα βασικά συστατικά του κάρυ

ζελατίνα

βιομηχανικό παρασκεύασμα σε φύλλα διαφανή που μοιάζουν με ξερή κόλα. Τα χρησιμοποιούμε στη μαγειρική, ζαχαροπλαστική για να φτιάξουμε πελτέδες, ζελέδες φρούτων κλπ.

ζελατίνη

κολλώδης ουσία από ζώα. Χρησιμοποιείται ως προσθετικό σε προϊόντα διατροφής στη μαγειρική και τη ζσχαροπλαστική

ζυγούρι

το αρνί στο δεύτερο έτος ηλικίας του ζυλιέν

τρόπος κοπής των λαχανικών σε πολύ λεπτές λωρίδες, σαν σπιρτόξυλα. Συνήθως κόβονται έτσι τα καρότα, το σέλινο, τα κολοκυθάκια και σερβίρονται ως γαρνιτούρα σε ψάρι ή κρέας

ζωμός

εκχύλισμα από βράσιμο κρέατος, ψαριού ή λαχανικών. Πολύ θρεπτικό θράψαλο

μαλάκιο συγγενές με το καλαμαράκι, με μεγαλύτερο σώμα και πτερύγια που εκτείνονται μέχρι το πίσω άκρο του και λιγότερο εύγεστη σάρκα

Θρούμπες, ρουπάδες, ζαρωμένες

Μαύρες ριτιδιασμένες ελιές. Σε τσουβάλι με αλάτι. Πιέζουμε με βαριά πέτρα θρούμπι

συγγενικό με το θυμάρι. Χαμηλός θάμνος με σπαθωτά φύλλα που χρησιμοποιείται πολύ στη μεσογειακή κουζίνα. Ταιριάζει πολύ με ελαιόλαδο και λεμόνι.

θύννος

μεγάλο ψάρι, ο τόννος ιμάμ μπαϊλντί

λαδερό φαγητό με μελιτζάνες και γέμιση από σκόρδο, κρεμμύδι, ντομάτα και μαϊντανό. Τούρκικη λέξη.

ίρις ουίσκι (irish whisky)

Παρασκευάζεται από διάφορα σιτηρά (κριθάρι, βρώμη, σιτάρι, σίκαλη) και εν μέρει με πολτό απόσταξης κριθαριού. Γνωστές μάρκες είναι οι :Tullamore Dew, Old Bush mills, J. Janneson.

ισλί

Χριστουγεννιάτικο γλυκό της Μικράς Ασίας με σιρόπι και γέμιση από καρύδια και γαρύφαλο

καβουρδίζω ή καβουρντίζω

τσιγαρίζω, ψήνω αργά αργά κυρίως σε λάδι καβουρμάς

κρέας βοδινό (και λίγο πρόβειο), αλεσμένο ή σε κομματάκια με μπαχαρικά σε λίπος. Παραδοσιακή νοστιμιά που θα βρείτε στον Έβρο.

καγιανάς

ομελέτα που φτιάχνουν στην Πελοπόννησο, με φρέσκα αυγά σε μεγάλα τηγάνια σε πολλούς συνδυασμούς (με ρίγανη, ή φέτα, ή κρεμμύδι ή σπανάκι ή πατάτες)

καζάν ντιμπί

Παραδοσιακό γλυκό. Πολίτικη κρέμα από χυλό ρυζιού και γάλα. Σερβίρεται με ανθόνερο.

Καζού

Καρύδι. Μοιάζει με κάστανο σε σχήμα Ο. Κατά την ωρίμανση παίρνει σχήμα γυαλιστερού κοκκινωπού αχλαδιού με σκληρή σάρκα και ξινή ευχάριστη γεύση. Στη Βραζιλία φτιάχνουν με αυτό σιρόπι, ζελέ, ποτό.

κακουλές

Μπαχαρικό σαν άσπρα κουκούτσια. Αναπόσπαστο συστατικό συνταγών για Μικρασιάτικα τσουρέκια και βασιλόπιτες. Ανοίξτε τα κουκούτσια και καβουρδίστε τους κόκκους που θα βρείτε μαζί με μαχλέπι και στη συνέχεια κοπανίστε τους σε γουδί. Το άρωμα είναι καταπληκτικό

καλαμποκόψωμο

καλαμποκίσιο ψωμί, γνωστό και ως μπομπότα, το ψωμί της φτώχιας καλούα (kahlua)

Μεξικάνικο λικέρ με γεύση καφέ. καμπάρι (campari)

Κόκκινο Ιταλικό μπίτερ απεριτίφ. καντονέζικο

Προσδιορισμός πιάτου. Δηλώνει καταγωγή (Καντόνα), τεχνική παρασκευής (τηγάνισμα με συνεχές ανακάτεμα), σχετικά πικάντικη γεύση

καπαμάς

φαγητό από αρνίσιο ή μοσχαρίσιο κρέας με ντομάτα και μπαχαρικά κάπαρη

μπουμπούκια ενός θάμνου που φυτρώνει στη Μεσόγειο. Τα μπουμπούκια ξεραίνονται στον ήλιο, γίνονται τουρσί και μένουν σε σαλαμούρα με ξίδι. Πριν χρησιμοποιήσετε κάπαρη, ξεβγάζετε και σουρώνετε τα κομμάτια για να ξαλμυρίσουν. Χρησιμοποιείται ως καρύκευμα στις σαλάτες και τις σάλτσες ή γίνεται τουρσί

καπόνια

νεαρά ευνουχισμένα κοκόρια, ζυγίζουν 1.5 με 2.5 κιλά. κάρδαμο

φυτό με μικρά άσπρα άνθη, με χαρακτηριστική μυρωδιά. Χρησιμοποιείται ως μπαχαρικό. Προτιμήστε το σε μορφή σπόρων γιατί σε μορφή σκόνης χάνει γρήγορα

το άρωμά του. Στις Αραβικές χώρες ρίχνουν λίγο κάρδαμο στον καφέ για καλύτερη γεύση.

καρκάνι

σαλάτα με μαγιονέζα και κρέας από σαλάχι καρμπονάρα (carbonara) σπαγγέτι με αβγό και μπέικον καρότο

Ρίζα με γλυκιά γεύση. Βοηθά πολύ στο μαύρισμα γιατί περιέχει μια χρωστική – την καροτίνη αλλά και στην όραση

καρπάτσιο

πολύ λεπτές φέτες ωμού, βοδινού φιλέτου και αρωματισμένες με βασιλικό, σκόρδο και ελαιόλαδο

Καρύδι Βραζιλίας

Μακρύ (4 εκ). Θυμίζει πορτοκάλι. Ελαφρά στραβό. Στο εσωτερικό του κρύβει 8-24 καρπούς. Αποτελεί τον καρπό, επιβλητικού τροπικού δέντρου. Γεύση μεταξύ καρυδιού και καρύδας.

κασάτο

παγωτό συσκευασμένο σε τετράγωνο κουτί κάσιους

ξηροί καρποί σε σχήμα μισοφέγγαρου. Προέρχονται από φυτό της Ν. Αμερικής. Χρησιμοποιούνται στην κινέζικη και ασιατική κουζίνα. Συνδυάζονται με πιάτα που έχουν ρύζι και κοτόπουλο ή συνοδεύουν άριστα τα ποτά.

κάσις (cassis)

Φραγκοστάφυλλο. Παράγωγα του σιρόπια και λικέρ χρησιμοποιούνται σε κοκτέιλ. κασουλέ

σπεσιαλιτέ με φασόλια, χοιρινό και αλλαντικά Καψικόν το ετήσιον

Κοινώς, η πιπεριά. Η σημερινή της ονομασία οφείλεται σε ένα λάθος, καθότι αυτοί που την ανακάλυψαν πίστεψαν ότι βρήκαν το φυτό, οι σπόροι του οποίου ήταν το πιπέρι. Είναι πολύ πλούσια σε βιταμίνη C. Περιέχει βιταμίνη A, και μεταλικά άλατα.

κέφαλος

ασημόχρωμο ψάρι, το εξαιρετικής ποιότητας κρέας του τρώγεται φρέσκο, παστό ή καπνιστό και από το θηλυκό του βγαίνει το αβγοτάραχο

κεφίρ

Ζωντανός οργανισμός (όπως το φυσικό σφουγγαράκι). Αν βάλετε ένα κομμάτι του μέσα στο γάλα προκαλεί ζύμωση του γάλακτος. Συγχρόνως αναπτύσσεται μετατρέποντας το γάλα σε ένα εξαιρετικό ρόφημα, νοστιμότατο, υγειινότατο που από ότι λέγεται χαρίζει και μακροζωία. Όταν ο μύκητας μεγαλώσει αρκετά, τον ξανακόβετε στα δύο και τον βάζετε σε άλλο δοχείο με γάλα ή αν θέλετε το χαρίζετε σε κάποιο φίλο και πάει λέγοντας. Μπορείτε να βρείτε κεφίρ σε κάποια καταστήματα υγειινής διατροφής. Υπάρχουν καταστήματα που πουλάνε κεφίρ (ποτό) και φυσικά και τον ίδιο το μύκητα.

κιάντι (chianti)

ιταλικό κρασί, με ζωηρό κόκκινο χρώμα και γεύση φρούτων. Παράγεται στους λόφους μεταξύ Φλωρεντίας και Σιένας. Χάρη στην πρωτότυπη συσκευασία του με το ψαθάκι (φιάσκο), διαδόθηκε ευρέως και έγινε σήμα κατετεθέν της ιταλικής κουζίνας

κιλότο

μοσχαρίσιο άπαχο κρέας εκλεκτής ποιότητας. Προέρχεται από το τελευταίο τμήμα της ράχης του ζώου πίσω από το φιλέτο και πάνω από το μπούτι

κινέζικες χυλοπίτες με αυγά

λεπτά ζυμαρικά που φτιάχνονται με αλεύρι, νερό , αλάτι και αυγά. Θα τις βρείτε ξηραμένες, φρέσκιες ή κατεψυγμένες.

κις λωραίν

ανοιχτή τάρτα η οποία γεμίζεται με μπέηκον, τυρί και κρέμα γάλακτος χτυπημένη με αβγά.

κίτρινο σκουός

τροπική ποικιλία αναρριχητικού φυτού. Οι καρποί του έχουν σκληρό περίβλημα και μαλακή και σπογγώδη σάρκα.

Κλαστάδες

Ελιές πράσινες του λαδιού, τσακισμένες με πέτρα. Τις ξεπικρίζουμε για 15 μέρες σε νερό, το οποίο πρέπει να αλλάζουμε συχνά. Τρίβουμε με θρούμπι. Περιχύνουμε με λαδολέμονο. Διατηρούμε σε άλμη.

κλαφουτί

γλυκό φούρνου με φρούτα

r λ                                      r              λ r                       r            r c»

κόλιαντρος ή κολίανδρος ή κορίανδρος

αρωματικό χόρτο με τρυφερά φύλλα σαν του μαϊντανού, αλλά με δαντελωτές άκρες. Χρησιμοποιείται σαν διορθωτικό γεύσης, στη μαγειρική, στη ζαχαροπλαστική, στην κατασκευή λικέρ και τον αρωματισμό μπύρας. Ταιριάζει με κρέατα και μανιτάρια και είναι υπέροχο σε ντιπ με γιαούρτι ή αβοκάντο. Αποξηραμένο χρησιμοποιείται πολύ σε ψωμιά και τουρσιά. Στην Αλγερία, το χρησιμοποιούν μαζί με αλατοπίπερο για να παστώνουν τα κρέατα. Το κόλιαντρο δεν ξηραίνεται εύκολα, βάλτε το στην κατάψυξη ή διατηρήστε στο μέσα σε λάδι ή αλάτι

κολοκάσι

λευκόσαρκη ρίζα (Colocasia esculanta). Έχει μέγεθος διπλάσιο ή τριπλάσιο από μια πατάτα. Συνήθως μαγειρεύεται γιαχνί με χοιρινό. Το τρώνε και στην Χαβάη (και σε πολλά άλλα μέρη όπως Πολυνησία, Ασιατικές τροπικές περιοχές κλπ). Στην Ελλάδα δεν είναι ιδιαίτερα γνωστό

κολοκυθοανθός

το άνθος της κολοκυθιάς. Τα αρσενικά είναι τα μεγάλα που, κατά βάση, χρησιμοποιούνται στο μαγείρεμα. Πανιάζει και μαραίνεται πολύ γρήγορα και πρέπει να χρησιμοποιηθεί σχεδόν αμέσως.

κολοκυθοκορφάδες

οι τρυφεροί βλαστοί της κολοκυθιάς καθώς και το αντίστοιχο φαγητό που παρασκευάζεται από αυτά. Συνήθως χρησιμοποιούνται σε σαλάτες

Κολυμβάδες, κολυμπηστές, κολυμπητές

Ελιές στο λάδι. Σε πάνινη σακούλα. Τις πιέζουμε με βαριά πέτρα και τις συντηρούμε σε άρμη και λάδι.

κομπόστα

γλύκυσμα που παρασκευάζεται από βρασμένα φρούτα (ροδάκινα, αχλάδια, κλπ.) σε αραιό διάλυμα ζάχαρης

κονιάκ (cognac)

Γαλλικό απόσταγμα κρασιού.

κοπανιστή

άσπρο μαλακό τυρί με πιπεράτη και πολύ πικάντικη γεύση κορν μπιφ

βοδινό κρέας που διατηρείται σε κονσέρβα κορν φλάουρ

(corn flower) αλεύρι αραβοσίτου. Χρησιμοποιείται για κρέμες, γλυκίσματα κορνέ

όργανο ζαχαροπλαστικής. Είναι από ύφασμα ή πλαστικό με λεπτό στόμιο στην άκρη, σε σχήμα κώνου. Γεμίζεται με σαντιγί για να γαρνίρει τούρτες και γλυκά

κορόμηλο

φρούτο. Είναι μικρότερο από ένα βερίκοκο, με κοκκινωπή, λεία φλούδα και έχει γλυκόξινη γεύση

κοσιμάρι

γλυκιά μπομπότα κουάκερ

αλεσμένα δημητριακά (κυρίως βρόμη) που χρησιμοποιούνται στην παρασκευή χυλού ή πρωϊνού

κουαντρώ (cointreau)

Γαλλικό διάφανο λικέρ πορτοκαλιού. κουβερτούρα

σκληρή και πικρή σοκολάτα. Χρησιμοποιείται στη ζαχαροπλαστική για επικάλυψη της επιφάνειας των γλυκών

κουβερτούρα

σκληρή και πικρή σοκολάτα, χρησιμοποιείται στη ζαχαροπλαστική για την κάλυψη διάφορων γλυκών

κουρ μπουγιόν

ζωμός για βράσιμο ψαριού

κουρακάο (curacao)

Λικέρ εσπεριδοειδών. Χρησιμοποιείται κυρίως σε αναμίξεις ποτών, κυρίως για το χρώμα του (μπλέ, πράσινο, πορτοκαλί, άχρωμο).

κουρκουμάς (turmeric)

Μικρό πολυετές φυτό, συναντάται στην Ινδία, Κίνα, Ασία. Έχει αρωματική ρίζα που μοιάζει με αυτή του πιπεριού αλλά με πιο έντονη πικρή γεύση. Η ρίζα αυτή βράζεται, αφήνεται στον ήλιο να ξεραθεί και στη συνέχεια τρίβεται στο χέρι και αλέθεται για να παρασκευάσουν σκόνη.

κουσκούς

Σιμιγδάλι από σκληρό σιτάρι που χρησιμοποιείται στη Β. Αφρική σε φαγητά και γλυκά, καθώς και το παραδοσιακό φαγητό που φτιάχνεται από αυτό. Το σιμιγδάλι βρέχεται με νερό, κυλιέται σε αλεύρι και αφήνεται να στεγνώσει στον ήλιο (στην παραδοσιακή του παρασκευή). Στη συνέχεια κοσκινίζεται και φυλάσσεται.

κράμβη ή μάπα

ποώδες φυτό, ανήκει στην οικογένεια Σταυρανθών. Είναι πρώτη ύλη για ξινολάχανα (sakerkraut), εθνικό γερμανικό πιάτο. Είναι πλούσιο σε βιταμίνες και θα το βρείτε το χειμώνα

κράπφεν

ημίγλυκο παρασκεύασμα από ειδική ζύμη με αλεύρι, βούτυρο, αβγά, ζάχαρη, γάλα και μαγιά μπύρας. Γεμίζεται με μαρμελάδες.

κρεμμόριο

λέγεται και cream of tartar. Είναι η κεκαθαρμένη τρυγία, η οποία υπάρχει στο γλεύκος και συλλέγεται από την υποστάθμη των οινοβαρελιών (οινολάσπη). Αποτελείται κυρίως από όξινο τρυγικό (ταρταρικό) κάλιο CH(OH) COOHCH(OH) COOK και σε συνδυασμό με την κοινή σόδα (όξινο ανθρακικό νάτριο NaHCO3 ) χρησιμοποιείται ως διογκωτικό (για να φουσκώνουν οι ζύμες των οιωνδήποτε αρτοσκευασμάτων) λόγω εκλύσεως διοξειδίου του άνθρακος, CO2. Πωλείται σε μικρά βαζάκια και χρησιμεύει για να γίνεται η μαρέγκα αφράτη, να γίνονται τριφτά τα κουλουράκια, να μη ζαχαρώνει η καραμέλα. [από τον Σπύρο Ρεγκούτα]

κρίταμο

χορταράκι που φυτρώνει κοντά στις ακρογιαλιές, σχεδόν δίπλα στη θάλασσα. Έχει ιδιαίτερη και έντονη γεύση. Συνήθως το κάνουν ξιδάτο ή σε άλμη, και το προσφέρουν ως μεζέ με ουζάκι. Άλλοι, προσθέτουν βλασταράκια κρίταμου στις ξιδάτες ελιές, γιατί τους δίνει όμορφο άρωμα. Προτού το βάλετε στο ξίδι ή το αλατόνερο, βράστε το δυο τρεις φορές, αλλάζοντας κάθε φορά το νερό για να φύγει η πικράδα του [Ειρήνη Π.]

λαγκίτες

Παραδοσιακές, νοστιμότατες ζύμες σαν κρέπες που φτιάχνουν στην περιοχή του Έβρου. Έχουν ούδετερη γεύση γι\’ αυτό τρώγονται και με μέλι και με φέτα τυρί και με ότι άλλο θέλετε να τις γεμίσετε.

λαγωτό

κοκκινιστό χοιρινό με σκορδαλιά, το φτιάχνουν στην Τρίπολη λάιμ (lime)

Εσπεριδοειδές συγγενικό με το λεμόνι. Μοιάζει λίγο με πράσινο, άγουρο λεμόνι, αλλά στην πραγματικότητα αποτελεί τελείως διαφορετικό φυτικό είδος με διαφορετική (αν και συγγενή) γεύση – υπόξινη και ελαφρή, αφήνει έναν τόνο γλυκάδας στο στόμα. Προέρχεται από τη Νοτιοανατολική Ασία, όπου και χρησιμοποιείται κυρίως ως άρτυμα (και τα φύλλα του ώς μπαχαρικό). Στην Ευρώπη και Αμερική χρησιμοποιείται κυρίως σε ποτά και αναψυκτικά. Κυκλοφορεί και ώς σιρόπι που λανθασμένα θεωρείται ότι έχει γεύση λεμονιού.

λαμπριάτης

φαγητό που γίνεται το Πάσχα στην Άνδρο και γίνεται απο το κουφάρι ενός κατσικιού ή αρνιού γεμιστό με ανδριώτικη γέμιση (χόρτα, αβγά, τυρί, μυρωδικά κλπ.), με διάφορες παραλλαγές ανάλογα με το χωριό, και με πιλάφι ρύζι που το ψήνουν μαζί με το “λαμπριάτη” στο φούρνο.

λούντζα

καπνιστό, μαριναρισμένο χοιρινό. Έχει ζωηρό κόκκινο χρώμα, λεπτό άρωμα μπαχαρικών και καθόλου λίπος. Για την παρασκευή του, διαλέγουν τα καλά μέρη του ζώου και το ψαχνό του, τα αλατίζουν, τα αφυδατώνουν, τα κόβουν σε μακρουλά κομμάτια και τα μαρινάρουν με κρασί και μπαχαρικά (κανέλα). Τέλος, στεγνώνεται και μπαίνει μέσα σε έντερο για να ωριμάσει περισσότερο.

λούτσος

ψάρι γλυκού νερού με μακρουλό σώμα γύρω στο 1 μέτρο. Έχει κωνικό κεφάλι, μεγάλο στόμα, μυτερά και ισχυρά δόντια. Η εποχή του είναι το φθινόπωρο. Από τα αβγά του γίνεται ένα είδος χαβιάρι. Γίνεται σούπα, ψητός ή και τηγανητός

μαγιάτικο

ψάρι αλμυρού νερού. Η καλύτερη εποχή είναι από Μάιο-Ιούνιο. Υπάρχει σε φέτες ή φιλέτο και γίνεται τηγανητό ή στη σχάρα. Έτσι λένε και διάφορα ψάρια που ψαρεύονται το Μάιο (όπως ο θύννος)

μαγιονέζα

πηχτή σάλτσα. Χρησιμοποιείται ως συνοδευτικό διαφόρων φαγητών. Φτιάχνεται με κρόκους αβγών, ξίδι ή χυμό λεμονιού, λάδι και μπαχαρικά.

μαϊντανός

(Petroselinum crispum). Αρωματικό χόρτο. Χρησιμοποιείται σχεδόν παντού, στα φαγητά κατσαρόλας, στις σαλάτες, στα αυγά, στο ψάρι, τα πουλερικά, τον κιμά. Ταιριάζει με όλα τα λαχανικά και με τα υπόλοιπα μυρωδικά. Υπάρχει με ίσια αλλά και με κατσαρά φύλλα (φριζέ). Η παλιά ελληνική ονομασία του ήταν μακεδονήσι που σήμερα χρησιμοποιείται για την περιγραφή Ηπειρώτικου αυτοφυούς χορταρικού.

Μακεδονήσι

Η παλιά ελληνική ονομασία του μαϊντανού (τούρκικη λέξη). Σήμερα, με το όνομα αυτό περιγράφεται αυτοφυές χορταρικό στην Ήπειρο, που χρησιμοποιείται κυρίως σε πίτες

μαλάκα

χανιώτικο τυρί, προστίθεται στα καλτσούνια για να τα κάνει πιο “λαστιχωτά” μαλεμπί

Παραδοσιακό γλυκό. Πολίτικη κρέμα από χυλό ρυζιού και γάλα. Ψήνεται μέχρι να γίνει μαστιχωτή. Σερβίρεται με σιρόπι τριαντάφυλλο.

μαμαλίγκα

πίτα με βάση το κολοκύθι, τη φτιάχνουν στο Δομοκό. Επίσης, είναι παραδοσιακό βαλκανικό φαγητό, μοιάζει σαν ψωμί και τρώγεται με κρέας ή τηγανητό ψάρι

μανζτού

ποικιλία αρακά που τρώγεται ολόκληρος μαζί με το εξωτερικό του περίβλημα. μαντέμι

βαρύ υλικό με ιδιαίτερη αντοχή, από αυτό κατασκευάζονται μαγειρικά σκεύη. Θερμαίνεται πολύ γρήγορα και διατηρεί τη θερμοκρασία για πολύ ώρα. Το μαντεμένιο τηγάνι είναι ιδανικό για φαγητά που πρέπει πρώτα να τηγανιστούν σε ψηλή θερμοκρασία για να κάνουν κρούστα (σνίτσελ, λουκάνικα κλπ.)

Μαντηλαριά

ποικιλία μαύρου σταφυλιού, δίνει το ομώνυμο κρασί, 16-18 βαθμών , γλυκό, παχύ, σχεδόν μαύρο, με έντονα αρώματα εσπεριδοειδών και ρόδων. Χρησιμοποιείται όπως και η ποικιλία Μονεμβασιά για να δίνει χρώμα σε άλλα κρασιά.

μαντλέν

μικρά κεκάκια που συνοδεύουν τον καφέ μάντολα

παραδοσιακό επτανησιακό γλύκισμα που αποτελείται από καβουρδισμένα αμύγδαλα. Είναι καλυμένο με ζάχαρη στην οποία έχουν προστεθεί χρωστικές και αρωματικές ουσίες.

μάραθος

τα φύλλα ενός βολβού, του φινόκιο, που μυρίζει έντονα. Η γεύση του είναι σαν του γλυκάνισου. Η βάση και τα κοτσάνια του τρώγονται ωμά σε σαλάτες ή σωταρισμένα, ενώ οι σπόροι και τα φύλλα του χρησιμοποιούνται σαν μπαχαρικά. Στην όψη, τα κοτσάνια μοιάζουν με αυτά του σέλινου και οι ρίζες σαν φτερό. Ταιριάζει με τα ψάρια και τις πατάτες. Τα φύλλα του χρησιμοποιούνται ως μυρωδικό κυρίως σε πίτες ή ντολμάδες. Χρησιμοποιήστε μερικά κλωναράκια στη μπουγιαμπέσα. Είναι γνωστό για την τονωτική και αντισηπτική του δράση και το αιθέριο έλαιό του χρησιμοποιείται σε λικέρ.

μαρασκίνο (maraschino)

λικέρ από τα κεράσια Μαράσκα της Δαλματίας. Χρησιμοποιείται για τον αρωματισμό φρουτοσαλάτας και ποτών. Τα κερασάκια μαρασκίνο που κυκλοφορούν στο εμπόριο χρησιμοποιούνται για γαρνιτούρα σε ποτά.

μαρέγκα

ασπράδια αβγών χτυπημένα μέχρι να ασπρίσουν. Είναι εύκολο να κόψει, αν δεν την χτυπήσετε σωστά ή αν την χτυπήσετε πάρα πολύ. Χρησιμοποείται κυρίως σε κέικ για να τα φουσκώσει, αλλά ενίοτε και σε κάποια γλυκά ως διακοσμητική, αφού πρωτα ψηθεί.

μαρινάρισμα

η παραμονή του κρέατος για κάμποση ώρα μέσα σε υγρό αρωματισμένο με διάφορα μυρωδικά (π.χ. κόκκινο κρασί με πιπέρι και δάφνη ή χυμό λεμονιού με μουστάρδα, σκόρδο)

μαρμίτα

ψηλή και βαθιά κατσαρόλα. Το ύψος της περιορίζει την εξάτμιση υγρών. Ιδανική για βράσιμο ζυμαρικών, χόρτων, σούπες κλπ.

μάρσαλα

Κρασί από τη Σικελία. μασεντουάν

διάφορα λαχανικά κομμένα σε κυβάκια ματζουράνα

αρωματικό φυτό με γλυκιά μυρωδιά. Ταιριάζει με όλα τα μαγειρευτά που έχουν σα βάση την ντομάτα

μαυροκούκι

Το μαύρο σουσάμι. Είναι πολύ μυρωδάτο, και το συναντάτε σε ψωμιά, κουλουράκια και άλλες λιχουδιές

μαχλεμπί

αρωματικοί σπόροι που μοιάζουν με το γλυκάνισο. Χρησιμοποιείται στην τούρκικη κουζίνα στα γλυκίσματά τους.

μέλας ζωμός

το εκχύλισμα από ωμό χοιρινό κρέας βρασμένο με αίμα, που έτρωγαν οι αρχαίοι Σπαρτιάτες στα συσσίτια

μελισσόχορτο

μπαχαρικό. Το φυτό από το οποίο προέρχεται έχει μικρά λευκά άνθη και οδοντωτά κιτρινωπά ή ανοιχτοπράσινα φύλλα. Εξαιτίας κάποιου αιθέριου ελαίου που περιέχει, έχει τη μυρωδιά λεμονιού. Ονομάζεται έτσι γιατί προσελκύει τις μέλισσες.

μέργκες

πικάντικο λουκάνικο με πιπεριά μερμιζέλι

σαλάτα που περιέχει κρίθινες κουλούρες μοσκοβίτ

παλιά ονομασία για τα μπαβαρουά (γλυκάκια με κρέμα και φρούτα) μοσχάρι Στρογγανώφ (beef Stroganoff)

λωρίδες από μοσχάρι. Σωταρισμένες με τεμαχισμένα κρεμμύδια και μανιτάρια. Γίνεται παχύρευστο με την προσθήκη ξινής σάλτσας. Αμερικάνικο πιάτο

μπαβαρουά

γλύκισμα σαν κρέμα. Φορμάρεται σε φόρμα κέικ ελαφρά αλειμμένη με καραμέλα. Γαρνίρεται με κομπόστες φρούτων και σαντιγί

μπαγκέτα

σταρένιο ψωμί γαλλικής συνταγής. Έχει τραγανή κόρα, λίγη ψίχα και είναι μακρουλό με μικρή διάμετρο.

μπαζλάμα

Τούρκικη κουζίνα. πίτα κλειστή με κιμά και λαχανικά μπακάρντι (bacardi)

Λευκό Ρούμι Κεντρικής Αμερικής.

Μπακλαβάς ή baclava

Μεσοανατολίτικη γλυκιά ζύμη , που παράγεται από εξαιρετικά λεπτές στρώσεις φύλλων, κομμένα καρύδια και σιρόπι από μέλι, ψημένο με βούτυρο και λάδι. Κόβεται σε σχήματα διαμαντιού

μπαλότια

Σπιτικά ζυμωμένα ζυμαρικά (Ανάφη) μπάμια (bamia)

η καταγωγή της λέξης είναι αραβική. Στα Τουρκικά ονομάζεται bamya μπαμπάς

γλύκισμα με σταφίδες από αραιή ζύμη, η οποία ψήνεται και φουσκώνει σε σχήμα κωνικό με ραβδώσεις στο πλάι, διαποτίζεται με σιρόπι και γαρνίρεται με άσπρη κρέμα και κερασάκι στην κορφή.

μπάμπο

φαγητό παραδοσιακό που θα βρείτε στον Έβρο. Είναι κιμάς ή ψιλοκομμένο κρέας, συκωτάκια και ρύζι τυλιγμένα σε έντερο.

μπάνια κάουντα

σάλτσα με βάση το λάδι, βούτυρο, σκόρδο και αντζούγιες. Σπεσιαλιτέ του Πιεμόντε. μπαρδουνιώτικος μεζές

χωριάτικο κοτόπουλο/κόκορα κοκκινιστό, σχεδόν λιωμένο, μαζί με με κρεμμυδάκια, ανάλαφρη μυρωδιά κανέλας και γαρύφαλλου, κομμάτια τυρί και ελιές. Τοπική σπεσιαλιτέ της Σπάρτης.

μπάρμπεκιου (barbecue, barbeque)

μέθοδος μαγειρέματος μαριναρισμένου φαγητού σε γκρίλλια ή σε σούβλα πάνω από λάκκο με ξύλα, κάρβουνα ή άλλο υλικό. Το όνομα έχει επίσης και την έννοια της κοινωνικής συναναστροφής σε τέτοιες εκδηλώσεις

μπατόν σαλέ

ορεκτικό από ψημένη, αλατισμένη ζύμη, που έχει τη μορφή στενόμακρης ράβδου. Τα μπατόν σαλέ προσφέρονται με ούζο, βερμούτ ή άλλα ορεκτικά ποτά.

μπατσάρα

παραδοσιακή πίτα στην περιοχή Κόνιτσα (Ιωάννινα). Φτιάχνεται με χορταρικά και καλαμποκάλευρο

μπαχάρι

αρωματικό καρύκευμα για το φαγητό (συνήθως το μαύρο πιπέρι). μπέικιν πάουντερ

σκόνη που χρησιμοποιείται για την παρασκευή γλυκισμάτων που θα ψηθούν για να φουσκώσει η ζύμη.

μπέικον

καπνιστό χοιρινό κρέας, λιπαρό με έντονη γεύση συνήθως σε μακρόστενες φέτες. Ψήνεται ή καταναλώνεται ωμό.

μπεν μαρί

είναι ο τρόπος ψησίματος όχι απευθείας στη φωτιά, αλλά στον ατμό ή τη θερμότητα βραστού νερού. Έτσι διατηρούνται ακέραιες οι βιταμίνες και δεν αλλοιώνονται τα συστατικά της τροφής που θέλουμε να φτιάξουμε. Στο εμπόριο κυκλοφορούν ειδικά σκεύη μπεν μαρί

μπέρμπον(bourbon)

ουίσκι με βάση το καλαμπόκι-σιτάρι. μπεσαμέλ (bechamel)

Γαλλική κουζίνα. Μία βασική άσπρη σάλτσα από γάλα που χύνεται σιγά σιγά σε roux και γίνεται παχύρευστη .Μία από τις μητέρες σάλτσες της Γαλλικής κλασσικής κουζίνας

μπιάλις

εβραϊκά ψωμάκια σα ντόνατς με κρεμμύδι μπίγκολι

ζυμαρικά από αλεύρι ολικής αλέσεως και αβγά

μπιν σπρουτ ή φύτρες φασολακίων (bean sprout)

η γονιμοποιημένη γονιδιακή πισίνα ενός οσπριώδους φυτού του οποίου η θρεπτική αξία είναι ανάμεσα σε αυτήν ενός σπόρου και ενός λαχανικού. Οι φύτρες φασολακίων καταναλώνονται φρέσκες ή ελαφρα μαγειρεμένες και χαίρουν ιδιαίτερης αναγνώρισης

μπιν σπρουτς

ασόλια σόγιας, χρησιμοποιούνται στην κινέζικη κουζίνα. μπίτερ λέμον (bitter lemon)

Λεμονάδα με κινίνη, το βάζουν ως συμπλήρωμα στα Long Drinks. μπιφτέκι ταρτάρ

μπιφτέκι κομμένο σε μικρά κομμάτια. Συνήθως τρώγεται ωμό μαζί με ωμό αβγό μπλαν μανζέ

είδος κρύας, φορμαρισμένης φόρμας, κάτι σαν τα μπαβαρουά. μπλανκέτ

Φτιάχνεται με αρνί ή κοτόπουλο προσθέτωντας λαχανικά π.χ. μαρούλια και δένοντας το ζωμό με κρόκους αυγών και χυμό λεμονιού. H γαρνιτούρα δηλ. τα λαχανικά δεν βράζονται μαζί με το κρέας. Παρόμοιο ως τεχνική με το φρικασέ αλλά με διαφορές (Δες και όρο φρικασέ)

μπλίνι

ρώσικη κρέπα τυλιγμένη με τυρί μποκ τσου

ποικιλία κινέζικου λάχανου, με λευκά βλαστάρια και ζαρωμένα πράσινα φύλλα μπον φιλέ

Ακριβό κομμάτι μοσχαρίσιου κρέατος (ανάμεσα στο μπούτι και τα πλευρά). Είναι μαλακό, χωρίς κόκαλο και χωρίς λίπος. Γίνεται ψητό στη σχάρα, σοτέ, και τηγανητό.

μπουγιαμπέσα (bouillabaisse)

διάσημη σπεσιαλιτέ (ψαρόσουπα) από την Μασσαλία. Παρασκευάζεται από ευρεία ποικιλία ιθαγενών ψαριών και οστρακόδερμων και αρωματίζεται με σαφράν

μπούκοβο

αποξηραμένες και ψιλοκομμένες κόκκινες πιπεριές. Υπάρχει γλυκό και καυτερό μπούκοβο.

μπουργέτο

σκορπιοί στη κατσαρόλα με μπόλικο κρεμμύδι και λεμόνι, το φτιάχνουν στο Μεσολόγγι

μπουρέκι

γλυκό με φύλλα ζύμης και γέμιση κρέας. Υπάρχει και φαγητό με αυτό το όνομα που περιέχει φύλλα ζύμης, τυρί, κρέας, κιμά ή χόρτα.

μπουρέκι (borek)

τούρκικη κουζίνα. Πολύ λεπτή ζύμη γεμισμένη με γλυκιά ή αλμυρή γέμιση. Τυλιγμένη ή ρολλαρισμένη και τηγανητή ή ψητή

μπουρίτο (burrito)

taco από σίκαλη παρά από αραβόσιτο (tortilla) τυλιγμένη για να περικλείσει μία γέμιση

μπρεζάολα

βοδινό, με καφέ χρώμα, ξεραμένο στον αέρα. Τρώγεται σαν ορεκτικό, ιδιαίτερα δημοφιλές είναι στην Β. Ιταλία

μπρεζάολα

αλλαντικό και μάλιστα ειδικό παραδοσιακό προϊόν που παρασκευάζεται σε πολύ λίγα μέρη της Ιταλίας. Πρόκειται για ωριμασμένη βοδινή μπριζόλα που κόβεται σε πολύ λεπτές φέτες και σερβίρεται συνήθως με ελαιόλαδο και φλούδες παρμεζάνας.

Υπάρχει ακόμα και στα super markets. [από Γιάννης Σ.]

μπρίκ

αβγά σολομού. Τρώγεται σε καναπεδάκια με λεμόνι και βούτυρο ή σερβίρεται στο ειδικό σκεύος για χαβιάρι με πάγο από κάτω

μπύρα (beer)

οποιοδήποτε αφέψημα παράγεται με τη δράση μαγιάς με την ενστάλαξη βυνοποιημένων δημητριακών. Κατά το βρασμό, αρωματίζεται με λυκίσκο και αφήνεται να γίνει η διαδικασία της ζύμωσης του αφεψήματος

νάπα

ποικιλία κινέζικου λάχανου. Έχει μακριά, κατσαρωμένα φύλλα με πράσινες άκρες και πλατιά, λευκά βλαστάρια

ναπολιτάνα (napolitana)

σάλτσα με βάση τη ντομάτα νεροφούντουκα

λέγονται και νεροκάστανα. Είναι καρπός κινέζικου κωνοφόρου. νιόκι

σπεσιαλιτέ της Β.Ιταλίας. Είναι μικρά στρογγυλά μπαλάκια φτιαγμένα από πουρέ πατάτας και σερβίρονται με κρέμα γάλακτος και παρμεζάνα

νισεστές

ή άνθος αραβοσίτου ή κορν φλαουρ ή μαϊζένα. Το άμυλο του καλαμποκιού (αραβόσιτου) και συγκεκριμένα η άσπρη καρδιά του σπόρου του καλαμποκιού αλεσμένη σε πολύ λεπτή μεταξένια σκόνη. Χρησιμοποιείται σαν πηκτικό σε κρέμες, σάλτσες και σούπες γιατί δεν σβωλιάζει.

νουά

στρογγυλό κομμάτι εκλεκτού μοσχαρίσιου κρέατος από το μπούτι νούμπουλο

Παραδοσιακός Κερκυραϊκός μεζές. Ολόκληρο κομμάτι χοιρινής μπριζόλας παστωμένο, με πολλά αρωματικά βότανα ωριμασμένο μέσα σε φυσικό έντερο, διακριτικά καπνισμένο. Κατάλληλο να συνοδευτεί από αποστάγματα κρασιά και μπίρες. Μοναδική πρόταση για μπουφέδες

ντάκος

σκληρό κριθαρένιο παξιμάδι, που τρώγεται με ντομάτα, λάδι ρίγανη και ελιές. Η Κρήτη φημίζεται για τον “ντάκο”.

ντεμιγκλάς

σάλτσα με ζωμό, κόκκινο κρασί, φρέσκα κρεμμυδάκια, θυμάρι, φύλλο δάφνης και μαύρο πιπέρι

ντιπ

σάλτσα για βούτηγμα ψωμιού, λαχανικών ντραμπούι (drambuie)

Λικέρ σκωτσέζικου ουίσκι με μέλι και βότανα. ξάφρισμα

η αφαίρεση του αφρού που σχηματίζεται στην επιφάνεια κατά το βράσιμο των κρεάτων

ξινάδα

αρνί ψημένο στην κατσαρόλα, αυγοκομμένο με μπόλικο λεμόνι μέσα στην πυκνή σάλτσα του

ογκρατέν (au gratin)

τρόπος παρασκευής φαγητού: σύντομο ψήσιμο στο φούρνο φαγητών καλυμμένα με τραγανή και χρυσαφένια κρούστα. Μαγειρεύετε το φαγητό, το περιχύνετε με σάλτσα, τριμμένη φρυγανιά ή γαλέτα και ψήνετε σε δυνατή θερμοκρασία για να δημιουργηθεί κρούστα

ολσπάϊς

μπαχαρικό από φυτό της Αμερικής. Λέγεται και πιμέντο ή πιπέρι Τζαμάϊκας οιιαθιές

σπάνιο κρητικό αλλαντικό, με γλυκιά γεύση. Γεμίζουν το έντερο του ζώου με ένα μείγμα από το συκώτι του και άλλα εντόσθια ψιλοκομένα μαζί με ρύζι, σταφίδες, αμύγδαλα, κανέλα και ζάχαρη. Στη συνέχεια το βράζουν και μετά το ψήνουν.

όραντζ μπίτερ (orange bitter)

απόσταγμα από φλούδες εσπεριδοειδών. Το χρησιμοποιούμε σε ποτά για το άρωμά του.

ορντέβρ

ορεκτικές μπουκιές που σερβίρονται πριν από το πρώτο πιάτο κρέατος πάμπερ νίκελ

μαύρο γερμανικό ψωμί, δυνατό και με έντονη γεύση

πανάρισμα

αφού πασπαλίσουμε τα κομμάτια κρέατος με αλάτι και μυρωδικά, περνάμε το κρέας από αλεύρι, χτυπημένο αυγό και τριμμένη φρυγανιά. Το πανάρισμα του κρέατος πριν το ψήσιμο το βοηθά να παραμείνει ζουμερό και τρυφερό.

πανέ

Τρόπος παρασκευής, κατά τον οποίο παίρνουμε κομμάτια κρέατος, κοτόπουλου, σνίτσελ, τυριών ή λαχανικών (μπρόκολο , φινόκιο κ.λ.π.), τα αλευρώνουμε, τα περνάμε απο χτυπήμενο αβγό και τέλος τα τυλίγμουμε σε τριμμένη φρυγανιά. Τα τηγανίζουμε σε λάδι [από τον falakros44].

παντσέτα

είδος μπέικον από χοιρινό με κυλινδρικό σχήμα και παστωμένο. Θα τη βρείτε καπνιστή ή μαγειρευτή

Πάπια Πεκίνου

Χρονοβόρα η διαδικασία προετοιμασίας της. Σερβίρεται με λεπτά αγγουράκια, κρεμμυδάκια και πίτες.

πάπρικα

μπαχαρικό το οποίο παρασκευάζεται από κάποια ποικιλία πιπεριάς. Η πάπρικα παράγεται σε όλο τον κόσμο γιατί τα φυτά της προσαρμόζονται εύκολα σε οποιοδήποτε κλίμα, με ιδιαίτερη άνθηση στο Μεξικό. Οι καρποί της πιπεριάς ξεραίνονται και κονιορτοποιούνται για να παραχθεί η πάπρικα (ζωηρόχρωμη κόκκινη σκόνη). Από τους κονιορτοποιημένους καρπούς λαμβάνουμε μια χρωστική ουσία που χρησιμοποιείται για να δώσει ζωηρό κόκκινο χρώμα σε πολλά τρόφιμα.

παρμεζάνα

σκληρό ιταλικό τυρί που παρασκευάζεται από γάλα αγελάδας και χρησιμοποιείται συνήθως τριμμένο στα ζυμαρικά

πασταφλόρα

γλυκό φούρνου με βάση από ζύμη και γέμιση από μαρμελάδα. Πάνω στην επιφάνειά της είναι τοποθετημένες σταυρωτά λεπτές λωρίδες ζύμης.

παστέλι

μακρόστενο, σκληρό γλύκισμα από μέλι και σουσάμι ή φιστίκια παστκ (pastis)

απεριτίφ. Συνηθίζεται στη Γαλλία και ειδικότερα στη Μασσαλία. Το πίνουν διαλυμένο σε νερό (1 μέρος παστίς:5 μέρη νερό). Το αντίστοιχο του δικού μας Ούζου.

παστοκύδωνο

γλυκό από κυδώνια βρασμένα και ζαχαρωμένα παστουρμάς

παστό κρέας (κυρίως από βουβάλι ή καμήλα) καρυκευμένο και αποξηραμένο. Αναδίδει βαριά, έντονη μυρωδιά. Στις μέρες μας, φτιάχνεται από βοδινό ή μοσχαρίσιο κρέας. Υπόκειται σε μια διαδικασία αλατίσματος και συντήρησης και μετά καλύπτεται από το τσιμένι, μια πάστα που περιέχει διάφορα υλικά και μπαχαρικά όπως το αρωματικό σκόρδο και το αλεύρι από μοσχοσίταρο (τσιμένι). Τηγανίζεται καλά, μπαίνει σε μπουρεκάκια και πίτες και κάνει εξαιρετικά σάντουιτς με φρέσκο πρόβειο βούτυρο και σταρένιο ψωμί.

πατέ

μείγμα από πολτοποιημένο ή ψιλοκομμένο κρέας, συκώτι, χορταρικά κλπ. Σερβίρεται κρύο ως ορεκτικό

πατσάς

φαγητό που παρασκευάζεται από το στομάχι, την κοιλιά, τα πόδια και το κεφάλι ζώου πεπερόνι

ξερά λουκάνικα από βοδινό ή χοιρινό, γεμισμένα με μπαχαρικά και μυρωδικά. Έτσι λέγεται και η κόκκινη, γλυκιά πιπεριά που χρησιμοποιούμε στις πίτσες

περγαμόντο (bergamot)

πικρό, σε σχήμα πέρλας πορτοκάλι. Η φλούδα του χρησιμοποιείται για το αιθέριο έλαιο που περιέχει για την παρασκευή του τσαγιού Earl Grey και για την παρασκευή αρωμάτων. Επίσης, με το ίδιο όνομα υπάρχει και ένα είδος μέντας και ένα είδος αχλαδιού

πέστο

είδος σάλτσας με ελαιόλαδο, σκόρδο, βασιλικό, κουκουνάρι και παρμεζάνα πέτουλες

έτσι ονομάζουν τις κρέπες στη Μεσσηνία

πηχτή βρασμένο χοιρινό μέσα σε συμπαγή μάζα ζελατίνας του ίδιου του ζώου

πιμέντο

γλυκιά πιπεριά που χρησιμοποιείται στο γαρνίρισμα φαγητών, για γέμιση ελιών κλπ. Πίνατ (peanut)

Το αράπικο φυστίκι στα Αγγλικά. Προέλευση: Βραζιλία. Πρώτη ύλη για το φυστικοβούτηρο

πιροσκί

αφράτη πίτα από ζύμη γεμισμένη με κιμά ή λουκάνικο ή πατάτα πισία

παραδοσιακή Ποντιακή νοστιμιά. Είναι ζύμη με γέμιση τυριού ή πατάτας ή τσουκνίδας. Σερβίρονται και σκέτα πασπαλισμένα με ζάχαρη. Γίνονται τηγανητά και είναι υπέροχα.

πλαστήρι

ξύλινη τάβλα που πάνω της έπλαθαν το ψωμί πλιγούρι

θρυμματισμένο σκληρό σιτάρι. Φυλάσσεται σε γυάλινα βαζάκια ή πάνινες σακούλες για κανα 8μηνο, σε σκιά και μακριά από υγρασία. Δεν έχει σχέση με το πλιγούρι του τραχανά, αυτό είναι ζυμωμένο με γάλα.

πολέντα

πηχτός χυλός από καλαμποκάλευρο. Πλάθεται και γίνεται ψητή, τηγανητή, πανέ ή ογκρατέν

πολύσπορο ψωμί

πλήρες ψωμί με ολόκληρους τους σπόρους των δημητριακών (ηλιόσποροι, καρύδια, νιφάδες βρώμης, κλπ)

πολωνικό ψωμί

ψωμί από σιτάλευρο και παπαρουνόσπορο. ποπιέτ

λεπτές φέτες μοσχαρίσιο κρέας, που γεμίζονται με λαχανικά ή εντόσθια και τυλιγονται σε ρολά

πόρτο

Πορτογαλλικά κρασιά από διάφορετικές ποικιλίες σταφυλιών. Δε συνοδεύει το φαγητό, συνήθως πίνεται μόνο του μετά το φαγητό.

ποσάρισμα

βράσιμο (π.χ. ψαριού) αρχικά μέτρια φωτιά, όταν το νερό πάει να κοχλάσει, τη χαμηλώνουμε. Όταν το νερό πάει να ηρεμήσει, δυναμώνουμε και πάλι τη φωτιά κλπ. Ο σκοπός είναι το νερό να κινείται, χωρίς να κοχλάζει. Έτσι πετυχαίνουμε π.χ. το ψάρι που βράζουμε να παραμείνει ατόφιο, χωρίς να χάσει τη γεύση του και να γίνει κομματάκια.

ποσέ

βράσιμο του φαγητού σε νερό ή ζωμό χωρίς όμως να κοχλάζει

πουτανέσκα (putanesca)

σπαγγέτι με ντομάτα, ελιές, κάπαρη και σκόρδο

προσμπούκι

λίγες μπουκιές πριν το κυρίως φαγητό προσφάϊ

τρώγεται μαζί με το ψωμί πτί φούρ

είδη αρτοποιείου, μικρές τούρτες, κομμάτια από πλακούντες που τις περισσότερες φορές προσφέρονται στο τέλος εορταστικού μενού αλλά και στον καφέ.

πωτ ω φε (pot au feu)

βρασμένο κρέας μοσχάρι με διάφορα λαχανικά. Ο ζωμός τρώγεται σκέτος σαν σούπα και μετά σερβίρονται χωριστά το κρέας και τα λαχανικά

ραγκού

φαγητό από κρέας, κυνήγι, πουλερικά, ψάρι, με πικάντικα μπαχαρικά, πολύ ελαφριά ψημένο και ανακατεμένο με λαχανικά. Προσφέρεται σε σκούρα σάλτσα.

ράι ουίσκι (rey whiskey)

απόσταγμα ουίσκι με βάση την σίκαλη και το καλαμπόκι. Τέτοια ποτά είναι τα : Jack Daniels, Jim Beam, Harper, Old red Fox, Seagrams 7 Crown.

ρακί

Μεσογειακό απόσταγμα από σταφίδες ή σύκα και σπόρους γλυκάνισου. ραπανάκι

ρίζα με πιπεράτη γεύση, πολύ καλό για ορεκτικό. Εξαιρετικό για το συκώτι και την πηκτικότητα του αίματος

ρέβα

ρίζα που μοιάζει με άσπρο καρότο αλλά είναι πολύ πιο παχυντική από αυτό. Διευκολύνει τη χώνεψη.

ρεμουλάντ

η μαγιονέζα με παραπάνω μουστάρδα στην οποία προσθέτουμε κάπαρη, τριμμένο αγγουράκι τουρσί, μαϊντανό και εστραγκόν.

ρίγανη

Το απόλυτο μυρωδικό των κρεάτων της ελληνικής κουζίνας. Τα χνουδωτά φυλλαράκια της δίνουν υπέροχο άρωμα, ειδικά όταν είναι φρέσκα. Αποξηραμένη δίνει πιπεράτη γεύση σε πίτσες, μπιφτέκια, σάλτσες με βάση τη ντομάτα ή το λεμόνι. Από τα πιο ταιριαστά μυρωδικά για σάλτσα λαδολέμονο, που συνοδεύει ψάρι ψητό

ρικότα

Ιταλικό τυρί που μοιάζει με το δικό μας ανθότυρο ρόκα

Λαχανικό του οποίου οι βλαστοί χρησιμοποιούνται για σαλατικό. Τα φύλλα της έχουν έντονη γεύση, όπως το κάρδαμο και το ραπάνι. Έίναι εξαιρετική μόνη της με ψητό ή καπνιστό σολομό. Συνδιάζεται ωραία με ντομάτα.

ροσμπίφ ή ροζμπίφ (roast beef)

μοσχαρίσιο κοκκινιστό κρέας με καρυκεύματα. ροσόλι

λικέρ αρωματισμένο με απόσταγμα τριαντάφυλλου ρόστο

κοκκινιστό κρέας

ρούμι

δυνατό ποτό. Παράγεται με απόσταξη από προϊόντα ζαχαροκάλαμου (μελάσα) ροφό€

ψάρι αλμυρού νερού. Γίνεται βραστός, στη σχάρα ή στον ατμό. Η καλύτερη εποχή του είναι το καλοκαίρι.

ρύζι γλασέ

ρύζι κατάλληλο για χρήση σε σούπες και γεμιστά. σαβαγιάρ

μπισκότα με ζάχαρη, λιώνουν αμέσως μόλις τα μουλιάσετε. Χρησιμοποιούνται ως βουτήματα, για βαση σε τούρτες κλπ.

σαβαρέν

κέικ με μαγιά. Γλασσάρεται με φρούτα και πασπαλίζεται με αμύγδαλα και στην τρύπα που έχει στο κέντρο του βάζουν κρέμα σαντιγί ή άλλη κρέμα αναμειγμένη με φρούτα

σακέ

γιαπωνέζικο ποτό. Παρασκευάζεται από ρύζι και πίνεται σε μικρά ποτηράκια όπως και η δική μας τσικουδιά. Υπάρχει άλλο σακέ για τους άνδρες και άλλο (ελαφρύτερο σαν λικέρ) για τις γυναίκες.

σαμουσά

σπέσιαλ μπακλαβάς που φτιάχνουν στη Λακωνία σαμπαγιόν ή ζαμπαγιόνε

αφράτη κρέμα που σερβίρεται σαν επιδόρπιο και φτιάχνεται με αβγά και λικέρ. σερβίρεται δε ζεστή

σάμπου σάμπου

γιαπωνέζικο φοντί με κρέας σαμπούκα

Ιταλικό λικέρ από γλυκάνισο. Πίνεται με τρεις ψημένους κόκκους καφέ να επιπλέουν στο ποτήρι.

σανσπιέρο€ ή χριστόψαρο

ψάρι, γίνεται βραστό ή τηγανητό. Θα το βρείτε όλες τις εποχές σαντιγί

κρύα κρέμα που παρασκευάζεται από γάλα, βούτυρο, ζάχαρη, αβγά και άλλα υλικά και χρησιμοποιείται στη ζαχαροπλαστική ή σαν συνοδευτικό φρούτων, παγωτών, ροφημάτων κλπ.

σάουρ κριμ (sour cream)

ξινή κρέμα γάλακτος, χρησιμοποιείται σε σούπες και σαλάτες. Ρίχνετε μερικές σταγόνες χυμό λεμονιού σε κρέμα γάλακτος, ανακατεύετε και τη βάζετε στο ψυγείο για μισή ώρα.

σασίμι (sashimi)

είδος σούσι (γιαπωνέζικη νοστιμιά). Είναι φέτες φρέσκων ωμών ψαριών ή άλλων θαλασσινών που τοποθετούνται όμορφα σε πιάτο σερβιρίσματος και βουτιούνται σε σόγια σως. Δε χρησιμοποιείται ρύζι για να φτιαχτεί το σασίμι, παρόλο που συνήθως σερβίρεται μαζί με άσπρο ρύζι. Οι γιαπωνέζοι το τρώνε μαζί με wasabi. Το ψάρι εκτός από πολύ φρέσκο, πρέπει να είναι θαλασσινό και όχι γλυκού νερού, ώστε να μην έχει επικίνδυνους μικρο-οργανισμούς

σβήνω

όταν χύνουμε ένα υγρό σε ψητό, για να το σβήσουμε. Το υγρό (χυμός ή αλκοόλ) το ρίχνουμε σταδιακά ώστε να σχηματίζεται ατμός. Όταν σταματά ο ατμός, ρίχνουμε κι άλλο να σχηματιστεί κι άλλος ατμός και πάει λέγοντας ώσπου να τελειώσει όλο το υγρό μας. Σε πόσες δόσεις θα το σβήσετε το κανονίζετε εσείς. Συνήθως 3 δόσεις είναι αρκετές

σβίγγοι

γλυκό, τύπος λουκουμά σελινόριζα

χοντρή, σκληρή ρίζα αλλά πολύ νόστιμη. Πλούσια πηγή καλίου, βιταμίνης C και φωσφόρου. Ανοίγει την όρεξη, είναι διουρητική και τονωτική

Σετσουάν

Προσδιορισμός πιάτου. Δηλώνει καταγωγή (νοτιοδυτική Κίνα), πικάντικη γεύση και μπόλικη περιεκτικότητα σε σκόρδο, τσίλι και κρεμμύδι

σίζαρ (caesar)

σαλάτα με μαρούλι, μπέικον, κρουτόν, κουκουνάρι, αβγό τριμμένο, παρμεζάνα και βινεγκρέτ

σικορέ

Είναι το ελληνικό \”κιχώριο\”. Σαλατικό το οποίο μεγαλώνει υπογείως, γι\’ αυτό και τα φύλλα του έχουν λευκό χρώμα με υποκίτρινη όψη στην άκρη. Αν είναι πράσινο στην άκρη, σημαίνει ότι έχει μείνει αρκετά στο φως (βλέπε ψυγείο super market) οπότε καλύτερα να το αποφύγετε.

σινάπι

ποώδες φυτό, ανήκει στην οικογένεια Σταυρανθών. Υπάρχουν 2 είδη, το λευκό και το μαύρο σινάπι. Οι σπόροι του (κατά προτίμηση του λευκού που είναι και λιγότερο πικάντικο) χρησιμοποιούνται στις μουστάρδες

Σκασολιές

Ελιές πράσινες, μικρές. Μουσκεύουμε σε νερό με στάχτη. Αφήνουμε για 1 μέρα. Ξεπλένουμε με ζεστό νερό. Αρωματίζουμε με ρίγανη και τις βάζουμε για λίγο στο φούρνο.

σκολιάμπρια, τα

είδος χορταρικού με αγκάθια σκοτς ουίσκι (scotch whisky)

Συνδυασμός από αποσταγμένο ή μη αποσταγμένο πολτό κριθαριού, που παράγονται με δύο διαφορετικούς τρόπους απόσταξης (malt και grain). Γνωστές μάρκες σκωτζέζικου ουίσκι είναι :Dewars, Ballantines, Dimple, J&B, Chivas Regal, Cutty Sark, White Horse.

σκουμπρί

εύγεστο, παχύ ψάρι σκουός λεπτό

μοιάζει με κολοκύθα, η εποχή της είναι από Δεκέμβριο ως Φεβρουάριο. σνίτσελ

λεπτές φέτες κρέατος που τηγανίζονται, αφού προηγουμένως βουτηχτούν σε αβγό και φρυγανιά.

σόμπα

παραδοσιακό γιαπωνέζικο φαγητό από σπόρο φαγόπυρου σορμπέ

είδος γαλακτούχου γρανίτας γαλλικής προέλευσης

σοτάρισμα

βλέπε σοτάρω

σοτάρω

καβουρντίζω ή τσιγαρίζω γρήγορα σε δυνατή φωτιά και σε λίγο λίπος τα συστατικά κάποιου φαγητού π. χ. το βούτυρο σε λάδι.

Κατά το σοτάρισμα είναι σημαντικό:

(1)  το λίπος να καίει πολύ ώστε το φαγητό να πάρει καφέ χρώμα και να μην απορροφήσει το λίπος

(2)   το σκεύος να έχει χαμηλά τοιχώματα και να είναι αρκετά μεγάλο ώστε να χωρά το φαγητό χωρίς να συνοστίζονται τα υλικά του. Έτσι, το φαγητό παίρνει γρήγορα το καφέ χρώμα και δε σιγοβράζει στους χυμούς του.

(3)  το φαγητό να είναι εντελώς στεγνό ώστε να μη σιγοβράσει (αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό όταν σοτάρετε φαγητά που έχουν προηγουμένως μαριναριστεί)

Σοτέ

Φαγητό που παρασκευάζεται από κρέας ή λαχανικά, σοταρισμένα σε βούτυρο σουκρούτ

ψιλοκομμένο λάχανο, σερβιρισμένο με αλλαντικά. Σπεσιαλιτέ της Αλσατίας σουμάδα

ποτό-σιρόπι από αμύγδαλα σουμάκ

(ή σουμάκι). Είναι η σκόνη που παράγεται από τους αποξηραμένους πολύ μικρούς καρπούς του φυτού Rhus coriaria. Θάμνος που απαντάται σε όλη σχεδόν τη Μεσόγειο. Το σουμάκ έχει βαθύ κόκκινο χρώμα και ξινή γεύση. Όχι ιδιαίτερα καυτερό. Σαλάτες (λιβανέζικες). Χρησιμοποιείται ευρέως στην κουζίνα της ανατολής όπου πολλές φορές το χρησιμοποιούν αντί για λεμόνι ή ξύδι. Συγκεκριμένα, προστίθεται στο κρέας (αλλά και στο ψάρι ή το κοτόπουλο) πριν από το ψήσιμό του, σε βραστά λαχανικά και πουλερικά. Επίσης αντί για τη σκόνη του, χρησιμοποιείται και το υγρό που προέρχεται από τον εμποτισμό των καρπών. Προστίθεται κυρίως σε σάλτσες και σε μαρινάδες. Αποτελεί βασικό συστατικό του μίγματος ζατάρ που χρησιμοποιείται κυρίως στην Ιορδανία σε ψητά ή τηγανητά κρέατα. Εκτός από τη μαγειρική χρησιμοποιείται και στην (πρακτική) ιατρική, μια και έχει διουριτική και αντιπυρετική δράση. Επίσης καταπραϋνει τους στομαχικούς πόνους.

σουπέ

μεταμεσονύκτιο δείπνο με κρύα πιάτα σουπρίμ, τρυφεράδια

α κομμάτια στήθους από το κοτόπουλο χωρίς πέτσα και κόκαλα. σουρίμι

υποκατάστατο καβουριού σούσι (sushi)

γιαπωνέζικο φαγητό. Είναι συνδυασμός από ρύζι, ψάρι, λαχανικά και άλλα υλικά.

Στα γιαπωνέζικα εστιατόρια εκτός Ιαπωνίας συναντά κανείς 3 τύπους σούσι (makizushi, nigirizushi, sashimi)

σουτζούκι

αποξηραμένο και έντονα καρυκευμένο λουκάνικο/ ή γλυκό από ξεραμένη μουσταλευριά και καρύδια με μακρόστενο σχήμα σαν λουκάνικο

σπάλα

το κομμάτι κρέατος που κόβεται από την ωμοπλάτη σπάροc

μικρό ψάρι. Συνήθως τρώγεται τηγανητός ή στη σχάρα. Η εποχή του είναι το καλοκαίρι

σπόροι benne (benne seeds)

σπόροι σουσαμιού. Ήρθαν από την Αφρική με το δουλεμπόριο. Χρησιμοποιούνται ειδικά στην Αφρο-Αμερικάνικη μαγειρική της Νότιας Καρολίνας. Συχνά χρησιμοποιείται για να συμβολίσει την ευτυχία

σπουμάντε

έτσι αποκαλούν οι Ιταλοί τα αφρώδη κρασιά στιφάδο

Φαγητό με κρέας (κουνέλι, λαγό, μοσχάρι κλπ.), καβουρντισμένο σε σιγανή φωτιά και μαγειρεμένο σε κατσαρόλα με πολλά μικρά κρεμμύδια και διάφορα καρυκεύματα μέσα σε σάλτσα ντομάτας.

στροφύλλη

(ή τριγωνέλλα ή τριγωνίσκος ή γραικόχορτο)

Μπαχαρικό (σπόροι του φυτού trigonella). Χρησιμοποιείται για την παραγωγή άχυρου (ως φυτό) για ζωοτροφές, για και για τον αρωματισμό φαγητών. Βασικό συστατικό του κάρυ. Συναντάται και ως γεύση τσάι και ως όπλο κατά της κακοσμίας.

σύγλινο

Γνωστό σε πολλούς και ως παστό Μάνης. Χοιρινό κρέας βρασμένο σε κρασί με πορτοκάλια, παστωμένο, καπνισμένο και διατηρημένο μέσα σε παρθένο ελαιόλαδο (Παραδοσιακή συνταγή). Ιδανικό για κρασιά μπίρες και αποστάγματα. Σκέτο αλλά και σε ομελέτα αποτελεί ένα καταπληκτικό κρασομεζέ.

σφέλα

λέγεται και φέτα της φωτιάς. Πελοποννησιακό τυρί, πικάντικο σφελίδα η φέτα το τυρί σχοινόπρασο ή τσάιβ

ποικιλία φυτού που μοιάζει με το φρέσκο κρεμμυδάκι, αλλά η γεύση του είναι πιο πικάντικη. Θα τα δείτε στα σουπερμάρκετ και σαν πρασόσκοινα, ή σκορδόπρασα. Ταιριάζει σε σαλάτες, σάλτσες και σούπες.

ταβάς

κατσαρόλα σαν ταψί, με χερούλια και καπάκι, που χρησιμοποιούν στα περισσότερα μαγειριά (αλλά εκεί συνήθως είναι αλουμινένια, μιας και χρησιμοποιούν γκάζι)

Σε πολλά νησιά του Αιγαίου σημαίνει τηγάνι, και σε μερικά από αυτά το πολυχρησιμοποιημένο τηγάνι.

Σε μερικές περιοχές της Μακεδονίας σημαίνει μεγάλο ταψί για πίτες.

Στην Κύπρο είναι σκεύος μαγειρικής συνήθως πήλινο.

[από Ρούλα2]

ταμπάσκο (tabasco)

καυτερή σάλτσα που παρασκευάζεται από σκόνη καυτερής πιπεριάς και ξίδι. Έχει πάρει το όνομά της από την ομώνυμη περιοχή του Μεξικού.

ταμπουλε

λιβανέζικη σαλάτα με ψιλοκομμένο μαϊντανό, ντομάτα, κρεμμύδι και πληγούρι τανομένος σορβάς

Ποντιακή σούπα με πασκιτάν (από εκεί και το όνομά του), το οποίο είναι σαν γιαούρτι ξινό, αλλά πιο πηχτό. Τα άλλα συστατικά του είναι το κορκότο, κομμένο σιτάρι που βράζει πολύ εύκολα και τέλος ένα αρωματικό φυτό σα ρίγανη. Στη Θεσσαλονίκη υπάρχει κατάστημα με ποντιακά προϊόντα, το Ραγιάν [από Γεωργία]

ταντούρ (tandoor)

ινδικό φαγητό. κρέας μαριναρισμένο σε γιαούρτι με μπαχαρικά για να πάρει άρωμα και να μαλακώσει. Ψήνεται σαν σουβλάκι σε ειδικούς φούρνους, τα ταντούρ ή ταντούρι. Οι φούρνοι αυτοί είναι ψηλοί 1 μέτρο περίπου, πήλινοι και καίνε ξύλο ή κάρβουνο. Ταντούρι ονομάζουμε και το μείγμα μπαχαρικών από κουρκουμά, πιπέρι κόκκινο καυτερ, κόλιαντρο και κύμινο.

ταουκ-κιοξου

ανατολίτικο γλύκισμα ταραμά

αυγά μεγάλου ψαριού παστωμένα ταραμοσαλάτα

παχύρευστη σαλάτα με βασικό συστατικό τον ταραμά. Προσφέρεται σαν ορεκτικό. Περιέχει επίσης λεμόνι, λάδι, ψιλοκομμένο κρεμμύδι και ψίχα ψωμιού

ταρτόρι

παραδοσιακός ουζομεζές της Νάουσας. Μπορεί να συνοδέψει ως σάλτσα τηγανητά καλαμαράκια, μύδια καθώς επίσης και άλλα τηγανητά ψάρια. Αν αναμειχθεί με νερό, τρώγεται και σαν σούπα

τατζίν

μαροκινή σπεσιαλιτέ με κοτόπουλο συνήθως ταχίνι

πολτός από αλεσμένους καρπούς σουσαμιού τεκίλα (tequila)

Μεξικάνικο ποτό που παράγεται από την ζύμωση χυμού μεξικάνικου κάκτου. τεμπούρα

τηγανητά που είναι μείγμα από ψαρικά, λαχανικά, μανιτάρια κλπ. και φτάχνονται στη γιαπωνέζικη κουζίνα

τεντούρα

ηδύποτο τύπου λικέρ από κανέλλα. Έχει ευχάριστη γεύση, είναι ιδανικό για την πέψη και την αλλαγή γεύσης μετά το τέλος λουκούλειου γεύματος. Συνταγή που είναι μυστική και φημίζεται για αυτήν η Πάτρα.

τζιν (gin)

Δημοφιλές ποτό (ολλανδικής προέλευσης). Προέρχεται από απόσταξη δημητριακών αρωματισμένων με καρπούς κωνοφόρων.

τζίντζερ έιλ (ginger ale)

Αναψυκτικό με ανθρακικό και άρωμα πιπερόριζας. Χρησιμοποιείται σε Long Drinks. τζίντζερ ή πιπερόριζα

ροζιασμένη, σκληρή καφέ ρίζα. Εχει έντονη και κάπως καυτερή γεύση, είναι αφροδισιακή και είναι πολύ συνηθισμένο καρύκευμα σε κινέζικο ή ινδικό φαγητό. Νοστιμίζει γλυκά, επιδόρπια, φρουτοσαλάτες, σάλτσες, φρούτα, λαχανικά, σούπες, εξωτικά φαγητά, κοκτέιλ ποτών. Στην Τουρκία χρησιμοποιείται για τον αρωματισμό του σαλεπιού.

τία μαρία

Λικέρ της Τζαμάϊκας με βάση το ρούμι και άρωμα καφέ. τοματίγια

λαχανικό του Μεξικού, μοιάζει με πράσινη ντομάτα περιτυλιγμένη σε χάρτινο φλοιό και έχει γεύση σαν του λεμονιού.

τόνικ

Αναψυκτικό, ευχάριστα πικρό νερό με κινίνη και ανθρακικό. Χρησιμοποιείται ως συμπλήρωμα σε Long Drinks.

^WPC

μεγάλο ψάρι και παχύ. Ζει στη Μεσόγειο και τον Ατλαντικό και έχει πολύ νόστιμο κρέας

τουρκάκια

μικρές κόκκινες καυτερές πιπερίτσες (παλιά συνήθιζαν να τις βάζουν το χειμώνα στη φασολάδα). θα βρείτε σε μορφή σπόρων σε φυτώριο. Τις αφήνετε σε σκοτεινό μέρος ανοιχτές (χωρίς να σκεπάζονται) μέχρι να ξεραθούν καλά Είναι εξαιρετικά καυτερές και πρέπει να σου τονίσω ότι αν τις πιάσεις με τα χέρια σου γυμνά, να μην ξεχάσεις να τα πλύνεις καλά με σαπούνι. Αν τρίψεις τα μάτια σου π.χ. πριν πλύνεις τα χέρια σου, θα σε τσούζουν φριχτά. Επίσης αν τυχόν θελήσεις να δοκιμάσεις με τη γεύση πόσο καυτερές είναι το μόνο που μπορεί να καταλαγιάσει την κάψα σου δεν είναι το νερό μην ξεγελιέσαι αλλά το φρέσκο κρύο γάλα.

τουρμέρικ

τροπικό ασιατικό φυτό με κίτρινα λουλούδια και υπόγειο μίσχο (από αυτόν εξάγεται καρύκευμα).

τουρνεντώ

φέτες κρέας από βοδινό φιλέτο τόφου

σπογγώδης ουσία από συμπιεσμένα φασόλια σόγιας. Εξαιρετικά υψηλό σε πρωτεΐνες. Χρησιμοποιείται σα λαχανικό. Απορροφά τη γεύση και το άρωμα άλλων τροφών.

τράιφλ (trifle)

γλυκό αγγλικής καταγωγής. Είναι κέικ με κρέμα γαρνιρισμένο με φρέσκα φρούτα, καρύδια ή τριμμένη σοκολάτα. Πριν το σερβίρισμα παγώνει στο ψυγείο για πολλές ώρες

τρούκαλο

πελοποννησιακή πίτα με σπανάκι, η οποία δε μπαίνει σε φούρνο αλλά βράζεται τσιγαρίδες

μακρόστενα κομμάτια από την πέτσα του χοιρινού με λίγο λίπος και λίγο ψαχνό τα οποία τηγανίζονται

τσιλάδι

μπακαλιάρος γιαχνί με πατάτες, τον φτιάχνουν στην Καλαμάτα τσουμλέκι ή τσομλέκι

Παραδοσιακό φαγητό της Έδεσσας που φτιάχνουν στις γιορτές και σε ειδικές περιπτώσεις. Αποτελείται από κρέας και διάφορα λαχανικά (πιπεριές, πράσο, μελιτζάνες, κολοκυθάκια, κρεμμύδι, δαμάσκηνο). Τα υλικά τοποθετούνται σε μία πήλινη χύτρα, (οι ντόπιοι την ονομάζουν Λακφίτσα), που σφραγίζεται με πήλινο καπάκι το οποίο κλείνει με ζυμάρι.

τυλώνω

χορταίνω φαγητό, γεμίζω πολύ το στομάχι μου

φάβα

κιτρινωπός χυλός που παρασκευάζεται από το φυτό λαθούρι (φάβα) ή κουκιά.

φαγκρί

νόστιμο ψάρι, πολύ καλό για σούπα αλλά κυρίως για σχάρα στα κάρβουνα φακιόλι

η πετσέτα του φαγητού φασκόμηλο ή σάλβια

Αρωματικό χόρτο με τρυφερά φύλλα. Έχει άλλοτε έντονο και άλλοτε διακριτικό άρωμα, ανάλογα με την ποικιλία. Ταιριάζει με κρέας και πουλερικά. Πριν το χρησιμοποιήσετε, δοκιμάστε το πρώτα γιατί η μυρωδιά του φαίνεται υπερβολικά έντονη στο φαγητό.

φατου€

σαλάτα από ντομάτα, μαϊντανό, αγγούρι, άνηθο, κρεμμύδια και αραβική πίτα ψημένη και τριμμένη

φιλέτο

εκλεκτή φέτα κρέατος, χωρίς κόκκαλο, από την περιοχή γύρω από τα νεφρά φιστικοβούτυρο

βουτυρώδης κρέμα που παρασκευάζεται από αλεσμένα ξεροψημένα φιστίκια. φλάμβι

πουτίγκα από σιμιγδάλι (ανοιξιάτικη). Την καλύπτουμε με πολτούς ωμών φρούτων φλαμπέ

φαγητό στο οποίο περιχύσαμε κάποιο οινοπνευματώδες και το ανάψαμε φλέντζα

λεπτή φέτα από κάτι φαγώσιμο φλουσλούνι

είδος αγριόχορτου άχρηστου με έντονη μυρωδιά

φοινίκια

τριφτά σμυρνέικα μελομακάρονα φοκάτσα

ψωμί τραγανό σα λαγάνα, με λάδι και αλάτι φόντα (απομένων χυμός)

υπόλοιπο, πολύ αρωματικό, που μένει όταν ψήνουμε κρέας, κυνήγι, πουλερικά και ψάρι. Χρησιμοποιείται σα βάση σε σάλτσες.

φουά γκρα (foie gras)

συκώτι πάπιας ή χήνας. Εκλεκτότερο θεωρείται της χήνας με γεύση λεπτή και γλυκιά. Η καλύτερη ποιότητα είναι το φουά γκρά entier

Φουντούκι Βραζιλίας (Μπραζίλ)

Καρποί του πανύψηλου δέντρου Bertholletia excelsa της Νότιας Αμερικής. Πολύ θρεπτικά. Περιέχουν 66% λιπαρά και 14% πρωτεΐνες (670 θερμίδες ανά 100 γρ). Χρησιμοποιείται ως σνακ και στην ζαχαροπλαστική.

φουντούκια μακαντάμια (macadamia)

ξηρός καρπός από το Κουΐνσλαντ της Αυστραλίας με σχήμα φουντουκιού. Η γεύση τους είναι ήπια και θυμίζει βούτυρο. Εχουν σκληρό και γυαλιστερό κέλυφος και ψήνονται συνήθως σε λάδι καρύδας. Βασικό συστατικό σε πιάτα Μαλαισίας, Ινδονησίας. Καλή παρέα του παγωτού, αυτόνομα αλατισμένα, δίπλα στο απεριτίφ. Υπερβολικά πλούσια σε θερμίδες (700 ανά 100 γρ). Πλούσια σε μαγνήσιο.

φουρτάλια ή φρουτάλια

παραδοσιακή συνταγή των Κυκλάδων. Είναι ομελέτα με πατάτες ροδέλες και λουκάνικα ανδριώτικα και είναι παχιά σαν πίτα

φραμπουάζ

Ποικιλία βατόμουρου από την οποία παράγονται λικέρ και σιρόπια. φρικαντό

γεμιστές φέτες μοσχαριού. φρικασέ

κρέας ψημένο στον αχνό, κομμένο σε μικρά κομμάτια, με αυγολέμονο και λαχανικά. Φτιάχνεται με αρνί ή κοτόπουλο προσθέτωντας λαχανικά π.χ. μαρούλια και δένοντας το ζωμό με κρόκους αυγών και χυμό λεμονιού. Ακόμη και το σεληνάτο χοιρινό

ανήκει στην κατηγορία. Το αντίθετο του ονομάζεται μπλανκέτ. Στη μπλανκέτ η γαρνιτούρα (δηλ. τα λαχανικά) δεν βράζονται μαζί με το κρέας.

φρίσσα

μικρό ψάρι αλμουρού νερού. Γίνεται τηγανητό. Η εποχή της είναι η άνοιξη και το καλοκαίρι

χαβιάρι

εκλεκτό έδεσμα που παρασκευάζεται από αλατισμένα αβγά διαφόρων ψαριών (κυρίως του οξυρύγχου), αφού τους αφαιρέσουν πρώτα τους ιστούς και το λίπος. Διατηρείται σε θερμοκρασία 0-7 Κελσίου γιατί αλλοιώνεται εύκολα. Το μαύρο χαβιάρι θεωρείται το καλύτερης ποιότητας και το ακριβότερο.

χαλαπίνο

πολύ καυτό πράσινο πιπέρι, μεξικάνικο χαλβαδόπιτα

γλύκισμα που παρασκευάζεται από χαλβά. Μοιάζει με το μαντολάτο. χαλεπιανά

έτσι ονομάζουν στην Κύπρο τα φρέσκα, ανάλατα φυστίκια Αιγίνης χαλούμι

λευκό σκληρό τυρί που παράγεται στην Κύπρο χανούμ μπουρέκ

Παραδοσιακό γλυκό γεμιστό με κρέμα, φρέσκο βούτυρο και χειροποίητο φύλλο. χαφ εντ χαφ

half and half, αμερικάνικο προϊόν που περιέχει μισή ποσότητα κρέμα γάλακτος και μισή γάλα.

χοιρομέρι

το μπούτι του χοίρου το οποίο έχουν αλατίσει και υποβάλλει σε θερμική επεξεργασία (βραστό) ή το έχουν καπνίσει (καπνιστό)

χόντρα

πλιγούρι γλυκό με σιρόπι και αρωματικά

χοντροπήγουλη

Τοματόσουπα που παρασκευάζεται με χονδρό φιδέ, πγνωστή στην περιοχή της Πάτρας. Χονδρός φιδές διατίθεται από τις εταιρίες ζυμαρικών (κυρίως MISKO) σχεδόν αποκλειστικά στα S/M της Πάτρας με την ονομασία \”φιδές χονδρός πήγουλη\”.

χοχλιός ή κοχλιός

το σαλιγκάρι (κοχλίας) που χρησιμοποιείται για φαγητό. χρένο (horseradish)

πολυετές, ποώδες φυτό με γενέτειρα την Κεντρική και Νότια Ευρώπη και αργότερα μετανάστευσε στη Ν. Αμερική. Ανήκει στην οικογένεια Σταυρανθών. Οι ρίζες του έχουν δριμύτατη, πικάντικη γεύση και διαπεραστική μυρωδιά. Σήμερα είναι δημοφιλές καρύκευμα: τριμμένο και αναμιγμένο με ξύδι χρησιμοποιείται για σως ή γαρνιτούρα σε κρέατα και θαλασσινά. Παλιότερα χρησιμοποιούνταν στην ιατρική σαν αντισκορβουτικό. Επίσης, προκαλεί κατακράτηση ούρων

χύτρα ταχύτητας

σκεύος μαγειρικής για γρήγορο μαγείρεμα. Κατά το μαγείρεμα, η χύτρα είναι ερμητικά κλεισμένη, ο παγιδευμένος ατμός αυξάνει την εσωτερική θερμοκρασία και τα υγρά βράζουν σε υψηλότερους βαθμούς από τα κανονικά σκεύη. Η εσωτερική πίεση που ασκείται στο φαγητό κάνει το φαγητό πιο ζουμερό και μαλακό. Ιδανική για μαγείρεμα σκληρών κομματιών κρέατος και για όσους βιάζονται

χωριάτικο ψωμί

ανοιχτόχρωμο ψωμί από σίκαλη, με χαρακτηριστικό άρωμα. Φτιάχνεται συνήθως με αλεύρι αλεσμένο απο σιτάρι. Έχει μια ελαφριά υπόξινη γεύση που του προσδίδεται απο το προζύμι. Λόγω της μεγάλης διάρκειας ψησίματος (φούρνοι με ξύλα), τα ποσοστά υγρασίας είναι χαμηλά.

ψαρονέφρι

εκλεκτό κομμάτι σάρκας ζώου που βρίσκεται εκατέρωθεν της σπονδυλικής στήλης και κοντά στα νεφρά. Είναι το πιο τρυφερό κομμάτι του κρέατος. Το πάνω κομμάτι κόβεται φιλέτο για τηγάνι και το κεντρικό κόβεται σε φέτες πάχους 2-3 εκ. για σχάρα.

ψήσιμο με θερμό αέρα

ομοιόμορφος τρόπος ψησίματος του φαγητού από όλες τις πλευρές. Με την τεχνική αυτή αξιοποιούνται μεγάλα κομμάτια κρέας (συγκρατεί το άρωμά του και απελευθερώει τους χυμούς του), πίτες ή ότι θέλετε να ψηθεί ομοιόμορφα.

ψωμί ολικής αλέσεως

ψωμί με πολλές φυτικές ίνες. Το αλεύρι που χρησιμοποιείται προέρχεται από άλεση ολόκληρου του σιταριού.

ψωμί σίκαλης

βαρύ ψωμί, με καφετί χρώμα, από μείγμα σιτάλευρου και σικάλευρου. ψωμί σιμιγδαλένιο

σταρένιο ψωμί που έχει γίνει από αλεύρι σε κοκκώδη μορφή (και όχι από αλεύρι λεπτής άλεσης).

ψωμί σόγιας

ψωμί από μείγμα σογιάλευρου – σιτάλευρου ωμοπλάτη

τα δύο τριγωνικά οστά που βρίσκονται στο πάνω μέρος της πλάτης, κάτω από τους ώμους

aal

Γερμανική ονομασία για το χέλι abadejo

Ισπανική ονομασία για τον φρέσκο μπακαλιάρο abaissage

Γαλλική ορολογία για το τύλιγμα ζαχαροπλαστικής ζύμης abalone

Ένα μαλάκιο του οποίου οι μεγάλοι προσαγωγοί μύες του, οι οποίοι συνδέονται με το μοναδικό κέλυφος του, είναι βρώσιμοι. Χρησιμοποιείται ευρύτατα στην Ιαπωνική και στην Κινεζική κουζίνα, φρέσκο, ξηραμένο ή κονσερβοποιημένο. Βρίσκεται ευρύτατα στον Ειρηνικό Ωκεανό, κοντά στις ακτές της Καλιφόρνια και στο Αγγλικό Κανάλι, όπου ονομάζεται και ormer.

abatis

Γαλλική ονομασία για τα “στολίδια” των πουλερικών όπως είναι οι φτερούγες, ο λαιμός, τα πόδια, το κεφάλι και πολλά άλλα. Ορισμένες φορές χρησιμοποιείται στην θέση του abat, όσον αφορά τα εντόσθια των πουλερικών.

abats

Γαλλική ορολογία για τα εντόσθια πουλερικών και τα εσωτερικά όργανα διαφόρων κρεάτων όπως καρδιά, συκώτι, γλυκάδια, νεφρά, μυαλό κλπ.

abbacchio

Ιταλική ορολογία για ένα πολύ νεαρό, συνήθως βρέφος, αρνί abgusht

Βραστό στην Περσική κουζίνα. Συνήθως απο αρνί και λαχανικά abricot

Γαλλική ορολογία για το βερίκοκο absinth

Ένα πράσινο λικέρ το οποίο δανείζεται την γεύση του απο τα δύο κύρια συστατικά του: τον γλυκάνισο και τα φύλλα αψίνθου. Ιδιαίτερα μεθυστικό. Η χρήση και πόση του είναι παράνομη σε πολλές χώρες

abura

Ιαπωνική ορολογία για το λάδι aburage

Ιαπωνική ορολογία για το tofu με μεγάλη ποσότητα λαδιού (deep fry) acaca

Βραζιλιάνικος χυλός απο γάλα καρύδας και ρυζάλευρο, το οποίο το φορμάρουμε, αφήνουμε να παγώσει και κόβουμε για να σερβιριστεί με διάφορες σάλτσες και βραστά. Ορισμένες φορές βράζεται σε φύλλα μπανάνας. Είναι παρόμοιο με το pirao

acaraje ή akkra

Ξηραμένος αρακάς Καραϊβικής ή τηγανητά φασόλια. Βρίσκονται σε μεγάλη ποικιλία σε διάφορα νησιά. Το συγκεκριμένο έδεσμα κατάγεται απο ένα Νιγηριανό ορεκτικό. Συγγενικό έδεσμα είναι το Βραζιλιάνικο acaraje, μαυρομάτικα φασόλια τηγανητά τα οποία σερβίρονται με καυτερή σάλτσα με γαρίδες

acciuga

Ιταλική ορολογία για την σαρδέλα accra de morue

Αλατισμένα μπαστουνάκια μπακαλιάρου απο την Γαλλική Καραϊβική. Τρώγονται ως ορεκτικά

aceite

Ισπανική ονομασία για το λάδι aceituna

Ισπανική ονομασία για την ελιά acetic acid

Το οξύ στο ξύδι. Προέρχεται από την δεύτερη ζύμωση του κρασιού ή της μπύρας aceto

Ιταλική ορολογία για το ξύδι. Aceto balsamico είναι ο αντίστοιχος όρος για ένα ιδιαίτερα καλό ξύδι που παράγεται στην Μοντένα της Ιταλίας. Η παλαίωση του γίνεται σε ειδικά βαρέλια για να αποκτήσει μία σκούρα, γινωμένη, λεπτή γεύση. Το ξίδι βαλσαμικο έχει γλυκόξινη γεύση και δίνει έντονο και γοητευτικό άρωμα στις σαλάτες. Χρησιμοποιείται σε πολλές σαλάτες και σε επιδόρπια με φρούτα

aceto -dolce

Ένα γλυκό και ξινό μείγμα λαχανικών και φρούτων σε ξύδι. Χρησιμοποιείται στην Ιταλία ως antipasto

achar

Πίκλα στην Ινδική κουζίνα achiote

Σπόροι Annato. Χρησιμοποιούνται στην κουζίνα της Λατινικής Αμερικής. Η ζύμη συνδυάζει annatto με σκόρδο, μεξικάνικη ρίγανη, χυμό λεμονιού και κύμινο

acidophilus milk

(Οξυδοφιλές γάλα) Γάλα ελαφρά ξινισμένο με το βακτήριο του lactobacillus acidophilus, το οποίο μετατρέπει την λακτόζη του γάλακτος σε λακτικό οξύ, με αποτέλεσμα να είναι ευκολόπεπτο αλλά και υγιεινό

acidulated water

(Οξυδοποιημένο νερό) Νερό με μία μικρή ποσότητα χυμού λεμονιού ή ξιδιού. Χρησιμοποιείται για να αποφευχθεί ο αποχρωματισμός φρούτων και λαχανικών και για να ασπρίσει ορισμένα συγκεκριμένα τρόφιμα όπως είναι τα γλυκάδια των κρεάτων

ackee

Ο φλοιός ενός τροπικού φρούτου ο οποίος ανοίγει διάπλατα όταν ωριμάσει για να εκθέσει την κίτρινη σάρκα και τους μαύρους καρπούς του. Καταναλώνεται σαν πρωινό στην Τζαμάικα με αλατισμένα ψάρια

Acton, Eliza(1799-1859)

Το βιβλίο της “Modern cookery for Private Families” (1845) είναι αξιοσημείωτο για τις οργανωμένες και αναλυτικές οδηγίες για την μεσοαστική σύζυγο της προβιομηχανικής Αγγλίας

adega

Ένα κελάρι οίνων ή αποθηκευτικός χώρος, συνήθως πάνω απο το έδαφος adobo

Ισπανική ορολογία για την μαρινάτα (μέθοδος προετοιμασίας του κρέατος ή θαλασσινών). Η μεξικάνικη μαρινάτα είναι καυτερή καθώς περιλαμβάνει και τσίλι. Η φιλιππινέζικη είναι εξίσου καυστική και περιλαμβάνει και ξύδι

adrak

Φρέσκια ρίζα τζίντζερ, στην Ινδική κουζίνα aemono

Ιαπωνική ορολογία για σαλάτες ή ντρέσινγκ agar-agar

Ανατολίτικο φύκι. Χρησιμοποιείται από τις μεγάλες βιομηχανίες επεξεργασίας τροφίμων ως υποκατάστατο της ζελατίνας σε σούπες, σάλτσες, ζελέδες και παγωτά. Απορροφά υγρά πολύ περισσότερο από τη ζελατίνη

age

Ιαπωνική ονομασία για το τηγάνισμα με μεγάλη ποσότητα λιπαρής ύλης (deep fry) aging

Μέθοδος για την βελτιστοποίηση και ωρίμανση τροφίμων και ποτών. Αυτό επιτυγχάνεται με ελεγχόμενες χημικές αλλαγές στο προϊόν

agiter

Γαλλική ορολογία για την “ανατάραξη”

aglio

Ιταλική ορολογία για το “σκόρδο” agneau

Γαλλική ορολογία για το “αρνί” agnello

Ιταλική ορολογία για το “αρνί” agnolotti

Ιταλική κουζίνα. Γεμιστά τετράγωνα ζυμαρικά με γέμιση κρέατος, όπως τα ραβιόλι agrio

Ισπανική ορολογία για τα ξινά aguacate

Ισπανική ορολογία για το αβοκάντο aguardiente

Πολύ δυνατό Ισπανικό λικέρ, παρόμοιο με την Ιταλική γκράππα aiglefin

Γαλλική ορολογία για τον γάδο (κάτι σαν το μπακαλιάρο) aigre

Γαλλική ορολογία. Σημαίνει ξινή, πικρή γεύση aiguillette

Λεπτό, μακρόστενο τεμάχιο από πουλερικό κομμένο κατά μήκος από το στήθος. Επίσης, σύμφωνα με την Γαλλική κουζίνα, έτσι ονομάζεται το μακρόστενο τεμάχιο κρέατος που είναι κομμένο κατά μήκος, μαζί με τις ίνες

ail

Γαλλική ορολογία για το σκόρδο

aioli

Μαγιονέζα με σκόρδο με καταγωγή από την Γαλλική Προβηγκία. Πυκνή και με δυνατή γεύση. Σερβίρεται συνήθως με θαλασσινά

airelle rouge

Γαλλική ορολογία για το μούρο (cranberry) aji ή α-τζι

Ιαπωνική ορολογία για το σκουμπρί aji ή α-χι

Ισπανική ορολογία για τις καυτές πιπεριές τσίλι. Αναφέρεται επίσης και σε ένα πιάτο της Ισπανικής κουζίνας με κυριότερο συστατικό τις καυτές πιπεριές (aji de gallina)

aiilimogilli

Πορτορικανή σάλτσα με πιπεριές. Συνοδεύει κρέατα και κυρίως χοιρινό ajo

Ισπανική ορολογία για το σκόρδο ajo e oio

Ιταλική ονομασία σάλτσας για σπαγγέτι με σκόρδο σωταρισμένο σε ελαιόλαδο akvavit

Άχρωμο Σουηδικό λικέρ. Αποστάζεται από πατάτες ή σιτάρι. Του δίνονται διάφορες γεύσεις, συνήθως με caraway (αγριοκύμινο). Σερβίρεται πολύ κρύο πριν ή μετά το γεύμα

al dente

ιταλική έκφραση για το βράσιμο των ζυμαρικών. Ένα ζυμαρικό που είναι σωστά βρασμένο, δεν κολλάει και “κρατάει στο δόντι” είναι al dente.

alaria

Θαλάσσιο φύκι, παρόμοιο με το wakame. Ελαφριά γεύση, τραγανό και λιπαρό. Συνήθως, πριν να χρησιμοποιηθεί σε σούπες έχει μουλιαστεί και ξηρανθεί

albigeoise, a l’

Στο στιλ του Άλμπι στην Νότια Γαλλία. Χοιρινό με πατάτες κροκέτες, γαρνιρισμένο με ντομάτες

albondigas

Καυτεροί Ισπανικοί ή Μεξικάνικοι κεφτέδες από χοιρινό, βοδινό κλπ. albufera

Σάλτσα σουπρέμ με βούτυρο πιμέντο και γλασαρισμένο κρέας. Ονομάστηκε έτσι από την λίμνη που βρίσκεται κοντά στην Βαλένθια στην Ισπανία. Η ομώνυμη γαρνιτούρα αποτελείται από πουλερικά γεμισμένα με ριζότο, τρούφες και φουά γκρα με επεξεργασμένες ταρταλλέτες. Επίσης, συναντάται και στην Γαλλική ορολογία ως μικρό κέικ με τεμαχισμένα αμύγδαλα στην κορφή

alcachofa

Ισπανική ορολογία για την αγκινάρα alemande

Μοσχάρι veloute, ρετουσαρισμένο με λευκό κρασί και απόσταγμα μανιταριών. Του δίνουν γεύση με χυμό λεμονιού και το δένουν με κρόκους αυγών. Η σάλτσα Allemande (σημαίνει «Γερμανική σάλτσα») αποτελεί βασική σάλτσα της Γαλλικής κουζίνας

algerienne,a l’

Γαλλικό πιάτο. Γαρνίρεται με μπρεζαρισμένες ντομάτες σε λάδι και κροκέτες από γλυκοπατάτες

alicot

Πιάτο από τη Νοτιοδυτική Γαλλία. Αποτελείται από φτερά και εντόσθια πάπιας ή χήνας μπρεζαρισμένα με μανιτάρια (της ποικιλίας cepes)

allspice

Αποξηραμένο μπαχαρικό. Παράγεται από τα μούρα που φυτρώνουν στη βάση του Τζαμαϊκανού πιπερόδεντρου. Η γεύση του μοιάζει με συνδυασμό από κύμινο, γαρύφαλλο και μοσχοκάρυδο. Χρησιμοποιείται στην παρασκευή γλυκών και πικάντικων παρασκευασμάτων

allumette

Μία λωρίδα σε μέγεθος «σπιρτόξυλου» απο φουσκωμένη ζύμη με γλυκιά ή πικάντικη γέμιση ή γαρνιτούρα. Επίσης ο όρος αναφέρεται και σε πατάτες ξεφλουδισμένες και κομμένες σε λωρίδες μεγέθους «σπιρτόξυλου» (Γαλλική κουζίνα)

almeja

Ισπανική ορολογία για το μύδι almendra

Ισπανική ορολογία για το αμύγδαλο, στην Πορτογαλική κουζίνα ονομάζεται amendoa almuerzo

Ισπανική ορολογία για το γεύμα alose

Γαλλική ονομασία για τον δίλλουρο (είδος ψαριού)

Aloxe-Corton

Ένα Γαλλικό χωριό στην Βουργουνδία, που παράγει εξαιρετικό κόκκινο και λευκό κρασί και έχει ορισμένα απο τα πιο φημισμένα αμπελουργεία

aloyau

Γαλλική ορολογία για το φιλέτο alsacienne, a l’

Γαρνιρισμένο με ψιλοκομμένο και αλατισμένο λάχανο, πατάτες, χοιρινό ή λουκάνικα, ή με άλλες σπεσιαλιτέ της Αλσατικής επαρχίας

alscace

Μία επαρχία στην Γαλλία κατά μήκος του Ρήνου, Ιδιαίτερα γνωστή για: foie-gras, charcutiere, πάπιες, κρασί καθώς επίσης και πολλές άλλες γαστρονομικές σπεσιαλιτέ

altenburger

Ένα μαλακό, Γερμανικό τυρί. Παρασκευάζεται από γάλα κατσίκας ή κατσίκας και αγελάδας αναμειγμένα. Έχει μία γευστική άσπρη μούχλα στο εξωτερικό και κρεμώδες, απαλό και γευστικό εσωτερικό

alto adige

Μία κοιλάδα στην βορειοανατολική μεριά του Τιρόλο, στα σύνορα Ιταλίας Αυστρίας, κοντά στην περιοχή του Μπολζάνο. Εξάγει μεγάλες ποσότητες καλού κρασιού, λευκού και κόκκινου

alu

Ινδική ορολογία για την πατάτα

alum

Ένα άχρωμο, κρυσταλλοειδές αλάτι το οποίο χρησιμοποιείται για να διατηρηθεί η τραγανή υφή διαφόρων φρούτων και λαχανικών, ειδικά στις πίκλες, αποτελεί και συστατικό στο μπέικιν -πάουντερ

am

Το μάνγκο στην Ινδική κουζίνα. Ξηραμένο το πράσινο μάνγκο. Συχνά, σε μορφή σκόνης, χρησιμοποιείται όπως ο χυμός λεμονιού για να δημιουργήσει μία ξινή γεύση

amai

Ιαπωνική ονομασία για τα γλυκά amalgamer

Η μείξη, ανάδευση ή συνδυασμός διαφόρων συστατικών στην Γαλλική ορολογία amandine

Γαλλική ορολογία για τα πιάτα, τα γαρνιρισμένα με αμύγδαλα amaranth ή άνθος αμάραντου

Πράσινο λαχανικό, που ανήκει στην ίδια συνομοταξία με το σπανάκι και έχει παρόμοια γεύση. Χρησιμοποιείται ευρύτατα στην Ασιατική Κουζίνα. Ένας τύπος είναι πλήρως πράσινος, ενώ ένας άλλος έχει κόκκινους μίσχους και σημάδια στα φύλλα του

amardine

Μεσανατολική αποξηραμένη πάστα βερίκοκου, σε μορφή φύλλου amaretto

Ιταλική ορολογία για το macaroon (στρογγυλό μπισκότο) ambrosia ή αμβροσία

Η τροφή των Θεών στην Ελληνική μυθολογία. Συνδυαζόταν με νέκταρ ameijoas na cataplana

Πορτογαλικό βραστό με chorizo (τσορίθο, ισπανικό σαλάμι), τομάτες, σκόρδο και πιπεριές. Η καταγωγή του είναι απο την περιοχή του Αλγκάρβε

amendoi

Φιστίκι. ένα απο τα κυριότερα στοιχεία της Βραζιλιάνικης κουζίνας americaine,a l’

Πιάτο γαρνιρισμένο με τεμαχισμένη ουρά αστακού και τρούφες. Επίσης πιάτο με αστακό, σωταρισμένο με ελαιόλαδο και τομάτα στο στιλ της Προβηγκίας (Γαλλική κουζίνα)

amiral, a l’

Κλασσική Γαλλική γαρνιτούρα θαλασσινών με μύδια, στρείδια, καραβίδες, μανιτάρια σε sauce normande, εμπλουτισμένο με βούτυρο καραβίδας

anadama

Ένα Αμερικάνικο ψωμί με μαγιά, το οποίο φτιάχνεται με άσπρο αλεύρι, καλαμποκάλευρο και πετιμέζι

anago

Ιαπωνική ορολογία για το μουγγρί ancho

Μία βαθυκόκκινη πιπεριά τσίλι, μέτρια μαλακή σε γεύση και προτιμώμενη ξηραμένη παρά φρέσκια. Γύρω στις 5 ίντσες μακριά και 3 ίντσες πλατιά

anchois

Γαλλική ορολογία για την αντζούγια anchovy

Ένα μικρό ασημί ψάρι, συνήθως βραστό ή ψητό όπως η σαρδέλα. Συχνά βρίσκεται αλατισμένο και κονσερβοποιημένο

ancienne, a l’

Στην Γαλλική ορολογία, διάφορες προεταϋοιμασίες, συχνά φρικασέ, γαρνιρισμένες με τον παραδοσιακό τρόπο. Συνήθως ένα μείγμα απο τρούφες και λειρί πετεινού

andalouse , a l

Γαλλική ορολογία. Γαρνιρισμένο πιάτο με τομάτες, γλυκιές κόκκινες πιπεριές, μελιτζάνα και ορισμένες φορές ρύζι πιλάφι και χοιρινό ή λουκάνικα chipolata

andouille

Γαλλικό λουκάνικο το οποίο παράγεται απο εντόσθια χοιρινών και έντερα τεμαχισμένα. Σερβίρονται κρύα ως ορεκτικό

andouillette

Γαλλικά λουκάνικα, όπως τα andouille, μόνο που γίνονται απο τα μικρά μέρη των εντοσθίων. Πωλούνται ποσαρισμένα και μετά ψήνονται στην σχάρα. Σερβίρονται με μία δυνατή μουστάρδα

angel food cake

Ένα κέικ το οποίο παράγεται με υπερβολικά χτυπημένα ασπράδια αυγών χωρίς καθόλου κροκάδια, με αποτέλεσμα να παραχθεί ένα ελαφρύ παρασκεύασμα με αφρώδη υφή και άσπρο χρώμα

angelica

Ένα βότανο απο την οικογένεια του μαϊντανού, το οποίο χρησιμοποιείται για ιατρικούς ή για γαστρονομικούς σκοπούς. Αρωματίζει πάρα πολλά λικέρ και συνήθως μεταβιβάζει ένα πράσινο χρώμα

anglaise, a l’

Στην Γαλλική κουζίνα, πιάτα που έχουν το Αγγλικό στιλ, δηλαδή συνήθως απλά βρασμένα ή ψητά, ή καλυμμένο Π[3~α με αυγό και ψίχα και τηγανισμένα

anguille

Γαλλική ορολογία για το χέλι animelles

Γαλλική ορολογία για τους όρχεις των ζώων. Τα Animelles, είναι λιγότερο δημοφιλή στην Ευρώπη σήμερα σε σχέση με παλαιότερες εποχές αλλά είναι ιδιαίτερα συνηθισμένα στην Μέση Ανατολή. Στην Ιταλία, Animelles ονομάζονται τα γλυκάδια

anise ή άνηθος

(anethum graveoloens) Μεσογειακό αρωματικό χόρτο με πολύ λεπτά φυλλαράκια σαν κλωστές, ανήκει στην ίδια οικογένεια με τον μαϊντανό. Η γεύση του μοιάζει με γλυκόριζα. Χρησιμοποιείται φρέσκο στη μαγειρική γιατί αρωματίζει τα φαγητά, λικέρ, τυριά, ζύμες κλπ. Ταιριάζει με ψάρια, λαδερά (αγγινάρες, αρακά, κλπ.) σαλάτες και με αγγούρι

anitra

Ιταλική ορολογία για την πάπια annatto

Κόκκινη βαφή που προέρχεται απο τον καρπό του ομώνυμου Νοτιοαμερικάνικου δέντρου. Χρησιμοποιείται στο να χρωματίζει τυριά, βούτυρα και διάφορα άλλα

antipasto

το ορεκτικό στην Ιταλία. Μπορεί να είναι αλλαντικά, πιπεριές, αντζούγιες, μαριναρισμένα θαλασσινά κλπ.

antipasto

Ιταλική ορολογία. Κυριολεκτικά σημαίνει πριν το ζυμαρικό. Συνήθως είναι ορεκτικό όπως και τα ορντέβρ. Υπάρχει σε μεγάλη ποικιλία

anversoise, a l

Στο στιλ της Αμβέρσας, δηλαδή πιάτο γαρνιρισμένο με λυκίσκο με κρέμα aonegi

Ιαπωνικό πράσινο κρεμμύδι apareil

Γαλλική ορολογία για ένα μείγμα συστατικών έτοιμο για χρήση apfel

Γερμανική ορολογία για το μήλο, πχ το apfelstrudel είναι λεπτή ζύμη στρούντελ γεμιστή με μήλα, σταφίδες και μπαχαρικά-ένα ιδιαίτερα δημοφιλής επιδόρπιο στην Γερμανία

aporeado de tasajo

Κουβανέζικο παστό και ξηραμένο μοσχάρι με καυτερή σάλτσα λαχανικών appenzell

Ένα Ελβετικό τυρί το οποίο παρασκευάζεται εξ ολοκλήρου απο γάλα αγελάδας. Συναντάται σε μεγάλους τροχούς. Περιβρέχεται με λευκό κρασί και μπαχαρικά τα οποία εμποτίζουν με την γεύση τους το τυρί. Παρουσιάζει ομοιότητες με το Έμενταλ

apple butter

Συντήρηση κομμένων μήλων τα οποία έχουν μαγειρευτεί αργά για μεγάλο χρονικό διάστημα συνήθως με ζάχαρη και μπαχαρικά, μέχρι να μειωθεί σε μία παχιά σκούρα αλοιφή

apple schnitz

Αποξηραμένα κομμάτια μήλων. Ευρύτατα χρησιμοποιούμενα στην Γερμανική Πενσυλβανία, για πιάτα όπως είναι η μηλόπιτα και διάφορα άλλα

apricot brandy

Ουγγαρέζικο λικέρ που παρασκευάζεται από απόσταξη βερίκοκων arabica(robusta)

Είδος καφέ. Παράγεται απο ένα δέντρο το οποίο αναπτύσσεται σε υψηλό υψόμετρο, και το οποίο δίνει την καλύτερη ποιότητα καφέ

arachide

Γαλλική ορολογία για το φιστίκι aragosta

Ιταλική ονομασία του αστακού arak

Μεσοανατολίτικο λικέρ, το οποίο παρασκευάζεται απο διάφορα φυτά. Δυνατό. Με γεύση άνηθου

arancia

Ιταλική ορολογία για το πορτοκάλι arborio (ρύζι)

Κοντό Ιταλικό ρύζι. Ιδανικό για ριζότο και παρόμοια «υγρά» πιάτα ρυζιού arbroath smokies

Σκωτσέζικη μαγειρική. Μικροί μπακαλιάροι οι οποίοι έχουν ξεκοιλιαστεί, αλατιστεί αλλά δεν έχουν χωριστεί στην μέση πριν βραστούν και σερβιριστούν

archers

μπράντι από βερίκοκα archiduc, a l’

Γαλλική ορολογία. Πιάτα τα οποία έχουν καρυκευτεί με πάπρικα και έχουν ανακατευτεί με κρέμα

ardainnaise, a l

Γαλλική ορολογία. Πιάτα τα οποία είναι στο στιλ των Αρδενών, δηλαδή με μικρά θηράματα, χοιρινό και μούρα

arenque

Ισπανική ορολογία για τη ρέγκα argenteuil

Γαρνιρισμένο με σπαράγγια. Η ονομασία δημιουργήθηκε απο μία περιοχή της Βόρειας Γαλλίας η οποία παράγει τα καλύτερα σπαράγγια

aringa

Ιταλική ορολογία για την ρέγκα arista

Ιταλική ορολογία για την βραστή πλευρά χοιρινού (loin) arlesienne, a l’

Γαρνιρισμένο με μελιτζάνα και τομάτα. Μαγειρεμένο σε λάδι με τηγανισμένα δαχτυλίδια κρεμμυδιού. Υπάρχουν και άλλες Γαλλικές γαρνιτούρες με το ίδιο όνομα και όλες περιέχουν τομάτα

armoricaine, a l’

Γαλλική κουζίνα. Αστακός σε Βρετανικό στιλ. Πήρε την ονομασία του απο την ονομασία της Βρετανίας απο τους Αρχαίους Ρωμαίους. Συχνά παρερμηνεύεται με το Americaine. Ο τεμαχισμένος αστακός είναι σωταρισμένος με ελαιόλαδο και τομάτα

aromatic

Ένα φυτό με ευχάριστο άρωμα. Χρησιμοποιείται για να δώσει γεύση σε φαγητά και ποτά

arroser

Γαλλική ορολογία για την παραμονή του κρέατος ή άλλου υλικού μέσα στα υγρά του arrowroot ή αραρούτι

Είδος αλευριού σε μορφή σκόνης απο την ρίζα ενός τροπικού φυτού με το ίδιο όνομα. Χρησιμοποιείται ως άλευρο ή ως πηκτικό .Παραμένει καθαρό όταν αναμιχτεί με άλλα τρόφιμα και δεν θολώνει το παρασκεύασμα. Ιδιαίτερα ευκολόπεπτο

arroz

Ισπανική ονομασία για το ρύζι. Όταν μαγειρευτεί και συνδυαστεί με άλλα τρόφιμα ή υλικά παράγει πιάτα όπως το arroz con pollo (ρύζι με κοτόπουλο)

arroz a la milaneza

όχι το ιταλικό risotto, αλλά ένα Κουβανέζικο πιάτο με μακρύκοκκο ρύζι, μαγειρεμένο με κρεμμύδια και διάφορα καρυκεύματα

arsella

Ιταλική ορολογία για το στρείδι artichaut

Γαλλική ορολογία για την αγκινάρα. Περιλαμβάνει τόσο την κοινή αγκινάρα όσο και την αγκινάρα της Ιερουσαλήμ

arugula

Ιταλική ορολογία για σαλάτα με βότανα και πιπεράτη γεύση. Έγινε σχετικά πρόσφατα δημοφιλής στις Ηνωμένες Πολιτείες

asado

Ισπανική ορολογία για τα ψητά ή τα σχάρας asafetida

Ένα μπαχαρικό από την ρετσίνα των μαστιχόδεντρων. Αν χρησιμοποιηθεί σε μικρές ποσότητες προσδίδει μία ευχάριστη γεύση κρεμμυδιού. Ιδιαίτερα δημοφιλές στους Ρωμαίους. Σήμερα χρησιμοποιείται απο τη Νοτιοινδική κουζίνα για την παραγωγή σε πιάτα λαχανικών και πικλών

asam manis

Ινδική ορολογία για τα γλυκόξινα πιάτα ash ή αας

Περσική ορολογία για την σούπα asiago d’Allevo

Ένα ζεματισμένα πηκτό τυρί. Παράγεται απο ξαφρισμένο αγελαδινό γάλα. Παραμένει για παλαίωση έως και δύο χρόνια. Συναντάται σε κυλινδρική συσκευασία με καφέ φλούδα και απαλή/χλομή επιφάνεια με τρύπες. Άλλα τυριά asiago, της περιοχής Βιντσένζε, Ιταλίας, χρησιμοποιούνται συνήθως ως επιτραπέζια τυριά

asperge

Γαλλική ορολογία για τα σπαράγγια

aspic

Καθαρός ζελές. Παράγεται από αποθέματα κρέατος και λαχανικών και παγωμένη ζελατίνα. Χρησιμοποιείται για να ντύσει φαγητά όλων των ειδών, καλύπτοντας τα με ένα είδος κρούστας

assaisoner

Γαλλική ορολογία για το καρύκευμα των φαγητών assam

Είδος τσαγιού. Προέρχεται απο την ομώνυμη περιοχή της Βόρειας Ινδίας. Με δυνατή γεύση. Συνήθως προσμιγνύεται με ελαφρότερα είδη τσαγιών

asti Spumanti

Γλυκός αφρώδης οίνος απο την πόλη του Asti, στο Πεδεμόντιο της Βόρειας Ιταλίας asure

«Η πουτίγκα του Νώε». Τουρκική κουζίνα. Παρασκευάζεται απο αποφλοιωμένο σιτάρι, καρύδια, αποξηραμένα φρούτα,και τοπικά είδη φασολιών. Έχει θρησκευτική σημασία για τους Μουσουλμάνους

ataif

Αραβικά κέικ. Γλυκά με καρύδια και σιρόπι ή αλμυρά με τυρί. Η γέμιση τοποθετείται στην μέση και μετά διπλώνεται και τηγανίζεται

atemoya

Φρούτο διασταύρωση ανάμεσα στην cherimoya (εσπεριδοειδές φρούτο της Νότιας Αμερικής με γεύση ανάμεσα στον ανανά και στην φράουλα) και μήλο. Μοιάζει με ζουληγμένη αγκινάρα. Η κρεμώδης απαλή σάρκα του είναι γλυκιά και πλούσια με σκούρους επίπεδους σπόρους

athenienne,a l’

Γαλλική ορολογία για πιάτα γαρνιρισμένα με κρεμμύδι, μελιτζάνα, ντομάτα, και γλυκιές κόκκινες πιπεριές τηγανισμένες σε ελαιόλαδο

atole

Μεξικάνικη κουζίνα. Λεπτό και χυλώδες ποτό. Συνήθως παρασκευάζεται απο καλαμποκάλευρο. Αποκτά την γευστική και χρωστική του υπόσταση από διάφορα υλικά όπως: φρούτα, ζάχαρη, σοκολάτα και τσίλι

atr

Αραβική ονομασία για το σιρόπι ζάχαρης. Συνήθως αρωματισμένο με πορτοκάλι ή ροδόνερο. Χρησιμοποιείται στα επιδόρπια και τα γλυκά

attereau

Γαλλική ορολογία. Μεταλλική σούβλα στην οποία περνιούνται γλυκά ή πικάντικα φαγητά με ψίχα ψωμιού

aubergine

Γαλλική ορολογία για την μελιτζάνα auflauf

Γερμανική ονομασία για το soufflé aufschnitt

Ποικιλία από λεπτές λωρίδες κομμένων κρύων κρεάτων και λουκάνικων που πωλούνται στα Γερμανικά καταστήματα delicatessen

aurora,a l’

Γαλλική ορολογία για σάλτσα béchamel. Χρωματισμένη ροζ με μία μικρή ποσότητα απο πουρέ τομάτας. Το όνομα είναι η γαλλική ονομασία για την αυγή και υπονοεί την ροζ απόχρωση

auslese

Γερμανικό κρασί. Παράγεται από συγκεκριμένα ώριμα και καλοσχηματισμένα σταφύλια τα οποία επιλέγονται ένα ένα κατά τη διάρκεια του θερισμού, με αποτέλεσμα να παράγεται ένα γλυκύτερο και ακριβό κρασί

ausone chateau

Διάσημο, καλό κρασί του Μπορντό, από την περιοχή του Σαιντ Εμιλλιόν auster

Γερμανική ορολογία για το μύδι auvergne

Ορεινή περιοχή της κεντρικής Γαλλίας. Διάσημη για το υπέροχο τυρί, λαχανικά, φρούτα, καρύδια, άγρια μανιτάρια, αρνάκι, ψάρια και charcuterie (η τέχνη της προετοιμασίας ψητών κρεάτων και δη χοιρινών)

aveline

Γαλλική ορολογία για το φουντούκι

ayam

Ινδονησιακή ορολογία. Καυτερή κοτόσουπα με ρύζι, η οποία μπορεί να σερβιριστεί ως κυρίως πιάτο

azafran

Ισπανική ονομασία για το σαφράν azeite

Πορτογαλική ονομασία για την ελιά azucar

Ισπανική ονομασία για την ζάχαρη azuki ή adzuki

Αποξηραμένο φασόλι με μία λευκή γραμμή στο κέντρο του καρπού. Χρησιμοποιείται ευρύτατα στην Ιαπωνία και εκτιμάται για την γλυκιά γεύση του. Το αντίστοιχο αλεύρι χρησιμοποιείται για πουτίγκες και παρασκευάσματα ζαχαροπλαστικής στην Ιαπωνία και στην Κίνα

ba jiao

Κινέζικος άνηθος με φύλλα αστεριού. Κυριολεκτικά η λέξη σημαίνει οκτώ σημεία. Χρησιμοποιείται για να προσδώσει γεύση σε μαρινάδες και αργά μαγειρεμένα φαγητά. Παρόλο που έχει παρόμοια γεύση με τον άνηθο, δεν έχει καμιά σχέση με το fennel

ba mee

Ταϊλανδική ονομασία για τα νουντλς από αυγά. baba

Κέικ με σταφίδες, από μαγιά. Ψημένο σε μία ειδική κυλινδρική φόρμα και μουλιασμένο σε σιρόπι και ρούμι, ή Kirsch. Υποτίθεται ότι ονομάστηκε έτσι από τον Στάνισλαβ Ι. Λεκζίνσκι, βασιλιά της Πολωνίας, όταν μούσκεψε κατά λάθος ένα Kugelhopf σε ρούμι και το ονόμασε έτσι προς τιμής του Αλή Μπαμπά

baba ghanoush

Μεσανατολίτικος πουρές από μελιτζάνα, με ταχίνι, χυμό λεμονιού, ελαιόλαδο, και σκόρδο

babka

Πολωνικό κέικ, πικάντικο ή γλυκό, σχετιζόμενο με το baba bacalao a la vizcaina

Κομμάτια αλατισμένου μπακαλιάρου μουλιασμένα σε νερό, τηγανισμένα σε λάδι με κρεμμύδια, σκόρδο, τομάτες και κόκκινες πιπεριές. Τοποθετούνται σε στρώσεις και ψήνονται. Παρόλο που η καταγωγή του είναι από την περιοχή των Βάσκων στην Ισπανία, είναι ιδιαίτερα δημοφιλής στην Κούβα

bacalhau

Πορτογαλική ονομασία για τον παστό μπακαλιάρο. Η αντίστοιχη ισπανική ονομασία είναι bacalao

Bacchus

Το Λατινικό όνομα του θεού του κρασιού, Διόνυσου (Βάκχος) backen

Γερμανική ορολογία για το ψήσιμο Backhun ή Backhandl

Τηγανισμένα ρολά κοτόπουλου σε ψίχα Κλασσικό Γερμανικό πιάτο Backobst

Αποξηραμένα φρούτα. Γερμανική ορολογία Backpflaume

Δαμάσκηνο. Γερμανική γλώσσα Badaam

Αμύγδαλο. Ινδική ορολογία. Η Τούρκικη ονομασία είναι badem Baden

Επαρχία της νοτιοδυτικής Γερμανίας στην οποία βρίσκεται το Schwarzwald (Μαύρο Δάσος) και πολλά οινοποιεία που παράγουν κυρίως λευκό κρασί

bagel

Ψωμί από μαγιά, χωρίς αβγά και χωρίς ζάχαρη. Μαγειρεύεται πρώτα σε βραστό νερό και μετά ψήνεται. Συχνά καταναλώνεται με lox και τυρί κρέμα. Επίσης, έτσι λέγονται και τα ζυμαρένια, αλμυρά κουλουράκια

bagna caoda

Ιταλική καυτή σάλτσα. Στην διάλεκτο του Πιεδεμοντίου αναφέρεται ως bagna cauda. Αποτελείται από σκόρδο και αντζούγιες σε λάδι και βούτυρο. Σερβίρεται ζεστό με ωμά λαχανικά

baguette

κυριολεκτικά η λέξη σημαίνει ραβδί. Μακρύ, κυλινδρικό καρβέλι γαλλικού άσπρου ψωμιού

bai cai

Κινέζικο είδος λευκού λάχανου με μακριά στενά φύλλα. Συχνά χρησιμοποιείται σε τηγανητά εδέσματα

bai-horapa

Ταϊλανδέζικο όνομα για τον βασιλικό. Η γνωστή ποικιλία που υφίσταται στην Αμερική και στην Ευρώπη χρησιμοποιείται στην Ταϊλάνδη ως λαχανικό αλλά και για να αρωματίσει διάφορα παρασκευάσματα κάρυ

baigan

Η μελιτζάνα στην ινδική κουζίνα bain-marie

Γαλλική ορολογία. Δοχείο με ζεστό νερό με ένα μικρότερο δοχείο μέσα του. Χρησιμοποιείται για να εξασφαλίσει αργό και ομοιόμορφο μαγείρεμα και για να εμποδίσει την υπερθέρμανση του περιεχομένου

baked Alask

Παγωτό στην κορφή αφράτου κέικ επικαλυμμένο με μαρέγκα και τοποθετημένο για λίγο χρονικό διάστημα σε φούρνο για να αποκτήσει ένα ελαφρύ καφετί χρώμα. Οι φουσκάλες αερίου που δημιουργούνται το προστατεύουν από την ζέστη του φούρνου

bakers cheese

Τυρί από παστεριωμένο-ξαφρισμένο γάλα αγελάδας. Χρησιμοποιείται από τους φουρνάρηδες στις Ηνωμένες Πολιτείες .Παρόμοιο με το χωριάτικο τυρί (cottage cheese) αλλά πιο μαλακό και λείο

baking powder

Αυξητικό στοιχείο όγκου για ψωμί και ζύμες. Όταν μουλιάσει σε νερό παράγει διοξείδιο του άνθρακα με αποτέλεσμα η ζύμη να αερίζεται και να γίνεται πιο ελαφριά. Υπάρχουν πολλά διαφορετικά είδη. Όλα συνδυάζουν αλκαλικά και όξινα συστατικά. Στις baking powder διπλής δράσης, η χημική αντίδραση συμβαίνει δύο φορές, την μία όταν περιβραχεί και την δεύτερη όταν θερμανθεί

baking soda ή Μαγειρική σόδα

Διττανθρακικό νάτριο (σόδα). Αυξητικό στοιχείο όπως είναι και το baking powder, αλλά σε συνδυασμό με οξύ, όπως είναι το ξινισμένο γάλα

balachan ή blachan

Μαλαισιανό καρύκευμα από βρασμένες γαρίδες ή άλλο θαλασσινό με τσίλι, αλατισμένο και καυστικό

ballotine ή ballottine

γαλλική κουζίνα. Μεγάλο κομμάτι κρέας, συνήθως πουλερικό ή περιστασιακά ψάρι. Ξεκοκαλισμένο. Πιθανότατα γεμιστό,σε ρολό ή σε οποιαδήποτε σχήμα επιθυμούμε. Μπρεζαρισμένο ή ψητό. Σερβίρεται ζεστό ή κρύο.Η ballottine συχνά συγχέεται με την galantine, η οποία είναι ποσαρισμένη και σερβίρεται κρύα μαζί με το ζελέ της

balouza

μεσοανατολική πουτίγκα φτιαγμένη από καλαμποκάλευρο αρωματισμένο με πορτοκαλόνερο ή ροδόνερο. Διακοσμείται με κομμένα καρύδια

balsamella

bechamel σάλτσα στα Ιταλικά balut

γονιμοποιημένο αυγό πάπιας το οποίο είναι έτοιμο να εκκολαφθεί. Θεωρείται μεγάλη λιχουδιά στις Φιλλιπίνες και σε ορισμένες περιοχές της Μαλαισίας

bamboo

τροπικό χόρτο, που έχει ομοιότητες με τα δέντρα. Οι νεαρές φύτρες του τρώγονται ωμές, φρεσκοβρασμένες ή κονσερβοποιημένες στην Ανατολή

banane

γαλλική ονομασία για την μπανάνα banbury cake

κέικ από το Όξφορντσαϊρ της Αγγλίας. Οβάλ και κροκιδωτή πάστα γεμισμένη με κορινθιακές σταφίδες, φλούδα λεμονιού και μπαχαρικά

banger

βρεταννική αργκό για λουκάνικα γεμισμένα με χοιρινό και ψίχα banh

βιετναμέζικη ορολογία για τους λουκουμάδες ή τα κέικ banh can

Κέϊκ των Ασημένιων δολλαρίων, όπως είναι η μετάφραση της λέξης. Απο χυλό που δημιουργείται από το χτύπημα ρυζιού και κίτρινων κουκιών. Γεμίζεται με αποξηραμένες και φρέσκιες γαρίδες και κρεμμυδάκι απο την περιοχή του Βιετνάμ

banh cuon

βιετναμέζικο ρολλαρισμένοι βώλοι ζύμης με κρεμμύδια, αγγούρι, βλαστούς κουκιών και μέντα

banh hoi thit nuong

μαριναρισμένες λωρίδες χοιρινού ψημένες στην σχάρα με κέικ από νούντλς. Κλασσικό βιετναμέζικο πιάτο

banh trang

ρυζόχαρτο στην Βιετναμέζικη κουζίνα. Από βρασμένο ρύζι σε κυλίνδρους και έχει ξηραθεί. Συνήθως χρησιμοποιείται σαν ψωμί ή γεμιστό χρησιμοποιείται ώς σνακ

banh xeo

χαρούμενα κέϊκ. Βιετναμέζικα κέϊκ φτιαγμένα από ριζάλευρο, με διάφορες γεμίσεις banku

βόλοι ζύμης από καλαμποκάλευρο. Από την περιοχή της Γκάνα banlay

καμποτζιανή ονομασία για τα λαχανικά bannock

παραδοσιακό σκωτσέζικο κέικ από κριθάρι, σιτάρι ή βρώμη. Μεγάλο και κυκλικό. Ποικίλει ευρέως από περιοχή σε περιοχή

bao

κινέζικη ονομασία για το σαλιγκάρι baobab

κεντροαφρικάνικο δέντρο με πολύ χοντρό κορμό. Ο καρπός του, που αποκαλείτε μαϊμουδόψωμο, τρώγεται φρέσκοw και δημιουργεί ένα αναζωογονητικό και υγιεινό ρόφημα, ενώ τα βρώσιμα φύλλα του αποξηραίνονται και γίνονται σκόνη

bap

μικρό στρογγυλό καρβέλι από μαλακό άσπρο ψωμί. Καταναλώνεται στην Σκωτία και σε ορισμένα μέρη της Αγγλίας για πρωινό

bap

κορεατική ονομασία για το μαγειρεμένο ρύζι bar

θαλάσσια πέρκα στην Γαλλική ορολογία baraquille

γαλλική ορολογία για ένα τριγωνικό γεμιστό γλυκό ορεκτικό barbabietola

ιταλική ορολογία για τις ρίζες του κοκκινογουλιού. Η κορφή ονομάζεται bietola barbacoa

ισπανική ονομασία για κρέας που έχει μαγειρευτεί σε λάκκο π.χ. barbecue. Επίσης, εκ παραφθοράς, η λέξη συχνά σημαίνει πρωινό

Barbaresco

Ονομαστό κόκκινο κρασί από την Ιταλική περιοχή του Πιεδεμοντίου. Παράγεται από την ποικιλία σταφιλιού Nebbiolo

barberry

Θάμνος του οποίου τα μούρα γίνονται τουρσιά ή θερίζονται και γίνονται διάφορα συντηρητικά, σιρόπια και κρασί. Κόκκινα στο χρώμα, υψηλής οξύτητας. Αποκαλούνται επίσης και σταφύλλια του Όρεγκον

barbue

γαλικός όρος για το καλκάνι (brill) bard

το δέσιμο επιπλέον λίπους, συνήθως μπέηκον,γύρω από ψάρι, πουλερικά ή κρέας, για να περιχυθεί το λίπος κατα την διάρκεια του μαγειρέματος. Το δεμένο λίπος συνήθως απομακρύνεται από την τροφή πρίν το σερβίρισμα

Bardolino

Δημοφιλές κόκκινο κρασί το οποίο παράγεται στην βόρεια Ιταλία. Φρουτώδες, ελαφρύ, προτιμώμενο να καταναλωθεί σε νεαρή ηλικία

barfi

Ινδικό ζαχαρωτό από γάλα το οποίο παράγεται με καρύδια και συχνά διακοσμήται με φαγώσιμα ασημένια φύλλα. Ονομάζεται επίσης και burfi

barigoule,a l

γαλλική κουζίνα. Αγγινάρες μπλανσέ διακοσμημένες και γεμιστές με duxelles, τυλιγμένες σε μπέηκον, μπρεζαρισμένες σε άσπρο κρασί. Σερβίρονται αφού πρώτα μειωθεί η ποσότητα της σούπας με reduction

bay poum

καμποτζιανό τηγανητό ρύζι σε φόρμες με χοιρινό, κοτόπουλο και κρεμμύδι Bayerisch

βαυαρέζικο. Απο την νότια περιοχή της Γερμανίας γύρω από το Μόναχο Bayonne

πόλη στα Γαλλικά Πυρυναία, διάσημη για τα ξηραμένο χοιρινό της Beard,James (1903-85)

Αμερικανός γευστιγνώστης του οποίου τα πολλά βιβλία μαγειρικής, η ενθάρυνση των οικιακών σέφ και ο γενικός αναβρασμός που προκλήθηκε εξαιτείας του, οδήγησαν στην ποιοτική αναβάθμιση και αναγνώριση της Αμερικάνικης κουζίνας

bearnaise

μία σάλτσα τύπου ζεστού γαλακτώματος στην κλασσική Γαλλική κουζίνα. Κρασί το οποίο ρεντουσάρεται με κρεμμύδια (κρεμμύδια σάλοτ) και ταραγκόν. Μετά αφήνουμε να κρυώσει. Κρόκοι αυγών χτυπημένοι με βούτηρο προστίθενται και το μείγμα στραγγίζεται. Τελειώνουμε με κομένο ταραγκόν. Σερβίρεται με ψημένο κρέας, πουλερικά και αυγά. Μία από τις κλασσικές σάλτσες

Beaufort

τυρί από την Γαλλική περιοχή του Σαβόυ. Εξολοκλήρου από γάλα αγελάδας. Παρόμοιο με το Gruyere. Διαθέσιμο καθόλον το έτος

Beauharnais,a la

κλασσική Γαλλική γαρνιτούρα για tournedos. Φτιαγμένη από γεμισμένα μανιτάρια καρδιές αγγινάρας πατάτες chateau και σάλτσα Beauharnais (σάλτσα Bearnaise με πουρέ από ταραγκόν)

Beaujolais

περιοχή στην Νότια Βουργουνδία. Παράγει το δημοφιλές κόκκινο κρασί από την ποικιλία σταφυλιών Gamay. Φρουτώδες, ευχάριστο και ελαφρύ, καταναλώνεται καλύτερα κρύο και χωρίς να έχει υποστεί περίοδο ωρίμανσης. Το Beaujolais Nouveau είναι Beaujolais το οποίο έχει εμφιαλωθεί αμέσως μετά την διαδικασία της ζύμωσης. Πολύ ελαφρύ, φρουτώδες και ευχάριστο, αποτέλεσε ένα φαινόμενο του μάρκετινγκ

Beaulieu

οινοποιείο στην Κοιλάδα της Νάπα στην Καλιφόρνια,το οποίο παράγει ορισμένα από τα καλύτερα Καλιφορνέζικα κρασιά. Ειδικά το Cabernet Sauvignon τους είναι πολύ καλό

Beaune

πόλη στην Βουργουνδία και το κέντρο εμπορίας κρασιού στην περιοχή. Βλέπε Cote d Ore

bec fin

γαλλική αργκό για τον εμπειρογνώμονα του καλού φαγητού becasse

γαλλική ορολογία για την μπεκάτσα. Η Ιταλική ορολογία είναι beccaccia beef Wellington

φιλέτο επικαλυμένο στην κορφή από duxelles. Τυλιγμένο σε αφράτη ζύμη και ψημένο

Beerenauslese

εορταστικό Γερμανικό κρασί. Παράγεται από υπεργινωμένα μούρα τα οποία διαλέγονται ξεχωριστά από διαφορετικά κλαδιά θάμνων. Γλυκό, φρουτώδες, έντονο κρασί με εξωπραγματική γεύση και τιμή

Beetensuppe

γερμανική ονομασία για το borsch Beetonjsabella (1836-1865)

διάσημη αγγλίδα δημοσιογράφος και συγγραφέας του “Το Βιβλίο της Οικιακής Διαχείρησης”.

bei jing kao ya

πάπια Πεκίνου. Διάσημο πιάτο. Παράγεται από ειδικά ανατρεφόμενες πάπιες. Το δέρμα του πουλιού είναι εμφυσυμμένο με αέρα για να ξηρανθεί το δέρμα. Μετά ελίφουν με ένα μείγμα από μέλι και κρεμάνε το πουλί για μεγάλο χρονικό διάστημα για να ξηρανθεί πάλι. Τότε ψήνεται μέχρι να αποκτήσει μία σκληρή αλλά ευκολόσπαστη υφή. Το δέρμα διαχωρίζεται για να σερβιριστεί ξεχωριστά και το κρέας κομματιάζεται. Το δέρμα και το κρέας σερβίρονται μαζί με αγγουράκια και κρεμμυδάκια κομμένα σε φέτες. Όλα τυλιγμένα σε ρολλά σε τηγανήτες αλλειμένες με σάλτσα από κουκιά σόγιας και καταναλώνονται με τα δάχτυλα

beid

αραβική ονομασία για τα πιάτα αβγών, beid bi lamoun είναι το αβγολέμονο beignet

γαλλική ορολογία για φαγητό βουτηγμένο σε βούτηρο και μετά τηγανισμένο με μεγάλη ποσότητα λίπους

beijos de anjo

“Φιλιά Αγγέλων”. Μικρά κέικ σε σιρόπι πλούσια σε αβγά. Ιδιαίτερα δημοφιλή στην Βραζιλία

beilagen

γερμανική ορολογία για τα συνοδευτικά πιάτα π.χ. λαχανικά ή σαλάτες bel paese

ημιμαλακό, απαλό, αμαγείρευτο Ιταλικό τυρί. Παράγεται εξ ολοκλήρου από γάλα αγελάδας. Παράγεται σε ευρεία κλίμακα και είναι ιδιαίτερα δημοφιλές

belegtes Brot

γερμανική ονομασία για τα σάντουιτς (συνήθως τα ανοιχτά) belicoso

πούρο με σχετικά κοντό αλλά μυτερό κεφάλι belon oysters

διαλεγμένα μύδια από τον ομώνυμο ποταμό στην Βρετανία benedictine

λικέρ το οποίο αρχικά παραγόταν από τους καλόγηρους του ομώνυμου τάγματος στο Φένκαμπ, της Νορμανδίας. Βασισμένο στο Cognac και αρωματισμένο με πολλά βότανα. Το Β&Β είναι ένας συνδυασμός από μπράντυ και Βενεδικτίνη

berbere

αιθιοπικό καυτερό μείγμα από βότανα και καρυκεύματα. Χρησιμοποιούνται στην βορειοαναταολική Αφρική. Περιέχει κύμινο, κάρδαμο, κορίανδρο, τσίλι, τζίντζερ, σκόρδο, κρεμμύδι, βασιλικό, μέντα, γαρύφαλλο και fenugreek

bercy

κλασσική Γαλλική σάλτσα. Φτιάχνεται από ψάρι με άσπρο κρασί και ψάρι fummet, ρεντουσαρισμένο με κρεμμύδια και τελειώνοντας με βούτυρο και μαϊντανό. Επίσης, χρησιμοποιείται με γλάσο κρέατος και μοσχαρίσιο μεδούλι για ψητά κρέατα

bergkase

σκληρό κίτρινο τυρί από τις Βαυαρικές Άλπεις. Αυτό είναι ένα γενικό όνομα για όλα τα τυριά της περιοχής

berliner tarte

χλωμή, οξεία Γερμανική μπύρα από κριθάρι. Χαμηλή σε αλκοόλ. Συχνά καταναλώνεται με μία τζούρα σιρόπι μούρων για αναζωογόνηση

bernkastel

πόλη στην Γερμανική Μοσέλλη.Εκεί θα συνατήσετε μερικά από τα καλύτερα οινοποιεία

bhajee

ινδικόφαγητό. Τηγανητοί κεφτέδες από κρεμμύδια ή φακές, με κόλιαντρο ή πράσινο τσίλι.

biryani (μπιργιάνι)

αρωματικό ινδικό φαγητό. Πιλάφι με κοτόπουλο ή αρνί που έχει μαγειρευτεί μέσα σε πικάντικο μείγμα γιαουρτιού και αρωματιστεί με σαφράν.

black bean sauce

Σάλτσα μαύρων φασολιών για συνοδεία πιάτων (όπως πάπιας) blood orange

μία από τις πολλές ποικιλίες πορτοκαλιών με ερυθρή σάρκα και χυμό. Η φλούδα μπορεί να έχει κόκκινες ή μωβ κηλίδες

blood sausage

λουκάνικο χρωματισμένο μαύρο. Αρωματισμένο με αίμα και λίπος γουρουνιού (σε τετράγωνα) από φρεσκοσκοτωμένα γουρούνια

blue cheese

τυρί στο οποίο έχει εγχυθεί κάποιος μύκητας π.χ. o Penicillium roqueforti (από το Roquefort, το παλαιότερο τυρί της κατηγορίας). Ο μύκητας αυτός δίνει στο τυρί την χαρακτηριστική του γεύση και τις μπλέ-πράσινες φλέβες του. Υπάρχουν πολλές ποικιλίες, μερικές αναφέρονται ονομαστικά, η ορολογία bleu cheese είναι λανθασμένη

blue crab

ποικιλία καβουριού. Βρίσκεται στον Κόλπο του Τσέσαπηκ, στον Ανατολικό Ωκεανό και στις Ακτές του Κόλπου. Εκτιμάται δεόντως στην μορφή του μαλακόστρακου καβουριού

blue point

ποικιλία μυδιών. Βρίσκονται στις ακτές του Λόνγκ Άϊλαντ. Συνήθως σερβίρονται ωμά

bluefish

αδηφάγο ψάρι. Βρίσκεται στη Μεσόγειο και στις ανατολικές ακτές της Νότιας Αμερικής. Ελαιώδης και γευστική σάρκα. Είναι αρκετά καλό για ψήσιμο, βράσιμο και κάπνισμα

blumenkohl

το κουνουπίδι στα γερμανικά blutwurst

γερμανική ονομασία για το blood sausage bo bohng βιετναμέζικο πιάτο: νουντλ από ρύζι με σωταρισμένο μοσχάρι και κρεμμύδια, αγγουράκια, φύτρες φασολιών και βότανα

bo nhung dam

βιετναμέζικη εκδοχή του Mongolian hot pot. Τεμαχισμένο κρέας βοδινού, ποσέ σε αρωματισμένο ζωμό και μετά ρολλαριστό σε φύλλα μαρουλιού με κρεμμύδι και τζίντζερ. Σερβίρεται με σάλτσα nuoc mam

bocadito

ισπανικά μικρά σάντουιτς. Σερβίρονται ως ορεκτικά. Κυριολεκτικά η λέξη σημαίνει μικρές μπουκίτσες

bock

δυνατή Βαυαρέζικη μπύρα, συνήθως μαύρη bodega

ισπανικό κελάρι για κρασιά ή αποθήκη bogavante

ισπανική ονομασία για τους αστακούς με μεγάλες δαγκάνες bogavante

ισπανική ονομασία για αστακούς με μεγάλες δαγκάνες bohne

γερμανική ονομασία για τα φασόλια bohne

γερμανική ονομασία για το φασόλι bola

πορτογαλλική ονομασία για ζύμη, πίτα, κέικ. Bolo ονομάζεται ο κεφτές boletus

είδος άγριου μανιταριού, ιδιαίτερα εκτιμητό. Είναι ευρέως γνωστό ως bolete, cepe ή porcino. Το συγκεκριμμένο μανιτάρι μεγαλώνει στα εδάφη βελανιδιών και καστανόδεντρων από τον Ιούνιο μέχρι τον Νοέμβριο. Καταναλώνεται σε φρέσκια ή αποξηραμένη μορφή

boliche mechado

κουβανέζικο μοσχάρι ψητό γεμισμένο με ζαμπόν, και μπρεζαρισμένο σε μαρινάδα αρωματισμένη με χυμό πορτοκαλιών Σεβίλλης

bollito

ιταλική ονομασία για τα βραστά. Αναφέρεται ειδικά στα ανακατεμένα βραστά κρέατα

bombay duck

ινδικό ψάρι (bombil) που έχει ξηραθεί. Ταιριάζει πολύ με το κάρυ, bombe

γαλλική κουζίνα. Παγωτό σε ειδικό καλούπι ώστε να έχει την εμφάνιση βόμβας bonbon

γαλλική ονομασία για τα ζαχαρωτά boniato

γλυκοπατάτα με λευκή σάρκα. Χρησιμοποιείται ιδιαίτερα στην κουζίνα της Καραϊβικής. Ορισμένες φορές λανθασμένα ονομάζεται Florida yam. Το boniatillo είναι ένα πλούσιο επιδόρπιο από πουρέ των ριζών της γλυκοπατάτας ραντισμένη με κανέλα

bonito

ένα μικρό μέλος της οικογένειας του τόνου. Συχνά χρησιμοποιείται στη Γιαπωνέζικη κουζίνα μαγειρεμένο, αποξηραμένο, παστό ή ξεφλουδισμένο

bonne femme,a l’a

στο στύλ μίας καλής γυναίκας, δηλαδή σε απλό σπιτικό στύλ. Συχνά συνοδεύεται με μικρά κρεμμύδια και μανιτάρια, σε μία σάλτσα από λευκό κρασί, αρωματισμένο με χυμό λεμονιού

boqueron

ισπανική ονομασία για τις αντζούγιες boracha salsa

Μεξικάνικη σάλτσα. Κυριολεκτικά «μεθυσμένη σάλτσα». Περιέχει pasilla τσίλι, χυμό λεμονιού, κρεμμύδια και τεκίλα

borage

βότανο μεσογειακής καταγωγής. Χρησιμοποιείται για να αρωματίσει λαχανικά και ηδύποτα. Τα νεαρά φύλλα του χρησιμοποιούνται σε σαλάτες και τα ώριμα φύλλα του μαγειρεύονται όπως το σπανάκι και φινετσάτα κομμένα

Bordeaux

παραθαλλάσια πόλη και πρωτεύουσα του Γκιρόντ, στον ποταμό Γκαρόν, στη Νοτιοδυτική Γαλλία. Φημίζεται για τη μεγάλη ποσότητα κόκκινου και λευκού κρασιού που παράγει, ορισμένα από αυτά αρκετά καλής ποιότητας

bordelaise,a l’a

γαλλική κουζίνα. πιάτο γαρνιρισμένο με ρεντουσαρισμένη σάλτσα από κόκκινο ή λευκό κρασί, με μεδούλι κόκαλου και κομμένο βασιλικό, με μανιταρια σέπες και μιρεπουά. Μπορεί επίσης να γαρνιριστεί με αγγινάρες και πατάτες

borlotto bean

κοινή ποικιλία φασολιού, συνήθως αποξηραμένη. Το συγκεκριμμένο καφετί φασόλι με τη μεγάλη κηλίδα είναι ιδιαίτερα δημοφιλής στην Ιταλία. Μαγειρεύεται σε μορφή πουρέ ή προστίθεται σε σούπες

borsch ή borscht

πολωνική και ρώσικη σάλτσα. Είναι βασισμένη σε φρέσκα παντζάρια ή κοκκινογούλια, κρεατόσουπα και χειμερινά λαχανικά. Συχνά αρωματίζεται με kvass. Την Παραμονή των Χριστουγέννων σερβίρεται πάντα με ξινή παραδοσιακή κρέμα, χωρίς κρέας

boston baked beans

φασόλια αρωματισμένα με μελλάσα. Το πιάτο περιέχει επίσης παστό χοιρινό ψημένο σε γάστρα. Αρχικά ετοιμαζόταν το Σάββατο και μαγειρευόταν σε κοινό φούρνο έτσι ώστε να μπορούν οι Πουριτανοί να παρακολουθούν την λειτουργεία του Σαββάτου (ενίσχυσε την ονομασία της Βοστόνης ως η Πόλη των φασολιών)

boston brown bread

παραδοσιακό συνοδευτικό για Boston baked beans. Το συγκεκριμμένο ψωμί είναι αρωματισμένο με μελλάσα και συχνά περιέχει ολόκληρο σιτάρι και καλαμποκάλευρο. Το συγκεκριμμένο μαύρο ψωμί είναι αχνιστό, συνήθως σε κασσιτερωμένα σκεύη με μπέικιν πάουντερ

bot gao

βιετναμέζικη ονομασία για το ριζάλευρο botifarra

ισπανική ονομασία για τα blood sausage bottarga

αβγοτάραχο από τόνο ή γκρίζο μπαρμπούνι ξηραμένο, πρεσσαρισμένο και παστωμένο, παρόμοιο με τον ταραμά. Καταναλώνεται με τόστ, αβγά ή ζυμαρικά στην Ιταλική και Μεσογειακή κουζίνα

bouchee

μικρή ζύμη ζαχαροπλαστικής. Στα Γαλλικά κυριολεκτικά σημαίνει «μπουκιά». Γεμίζεται ποικιλοτρόπως

boucher

γαλλική ορολογία για τον χασάπη bouchon

γαλλική ορολογία για το φελλό boudin noir

γαλλική ορολογία για τα blood sausages bouillir

γαλλική ορολογία για το βράσιμο bouillon

γαλλική ονομασία. Ζωμός που αποτελεί τη βάση για σούπες και σάλτσες. Μπορεί να παρασκευασθεί από λαχανικά, πουλερικά ή κρέας βρασμένο σε νερό, ανάλογα με την χρήση του. Μπορεί και να μην περιέχει ζελατίνα

boulage

γαλλική ονομασία για τον σχηματισμό της ζύμης στην αρτοποιεία boulanger

γαλλική ονομασία για τον αρτοποιό boulangere, a la σε ελεύθερη μετάφραση: του αρτοποιού. Λέμε τα κρέατα που τα ψήνουμε στο φούρνο με πατάτες, δηλ. το αρνάκι με τις πατάτες στο φούρνο λέγεται Μπουλανζέρ

brisket

μοσχάρι κατσαρόλας με πολλά κρεμμύδια burnet

βότανο με φύλλα που έχουν γεύση αγγουριού. Χρησιμοποιούνται για να προσδώσουν γεύση σε σαλάτες, παγωμένα ποτά, ξύδι και σάλτσες

burrida

βραστό ψαριών από την περιοχή της Γένοβας burro

ιταλική λέξη για το βούτυρο busserl

μικρά κυκλικά γλυκά από ζύμη, από τη Γερμανία. Κυριολεκτικά σημαίνουνν «φιλί» butaniku

ιαπωνική ονομασία για το χοιρινό butifarra

ισπανικό λουκάνικο από χοιρινό με άσπρο κρασί και μπαχαρικά butter bean

τα φασόλια της Λίμας (ποικιλία φασολιών από το Περού) buttercream

μείγμα από βούτυρο, ζάχαρη, κρόκους αβγών αρωματισμένο με διάφορους τρόπους. Χρησιμοποιείται για να γαρνίρει επιδόρπια από ζύμη ή κέικ

butterfly

τεχνική. Ανοίγοντας αλλά όχι τελείως και διαχωρίζοντας (όπως τα φτερά της πεταλούδας) ένα κομμάτι κρέας ή ψαριού

buttermilk

τα κατάλοιπα από χτυπημένο γάλα. Περιέχει την καζεΐνη του γάλακτος, η οποία έχει μία ελαφρά πικρή γεύση. Εύπεπτο. Χρησιμοποιείται συχνά με μπέηκιν σόδα για ψωμιά και ζύμες

Cachaca

Βραζιλιάνικο ποτό το οποίο παρασκευάζεται από την απόσταξη ζαχαροκάλαμου. Η Βραζιλία παράγει περί τα 2 δις λίτρα ετησίως. Αποτελεί τη βάση για το κοκτέιλ Caipirinha

Caipirinha

Βραζιλιάνικο κοκτέιλ με λάιμ (lime), ζάχαρη, τριμμένο πάγο και Cachaca calvados

Λικέρ από μήλα που παρασκευάζεται στη Νορμανδία Caroenum

βρασμένος μούστος (βρασμένο καινούργιο κρασί μέχρι να μείνει το μισό) chapati (τσαπάτι)

ψωμί που τρώγεται στην Ινδία. Φτιάχνεται από αλεύρι ολικής αλέσεως και νερό και ψήνεται στην σχάρα. Σερβίρεται ζεστό.

Chicken Wings

Φτερούγες κοτόπουλου. Τηγανητές. Συνήθως βουτηγμένες σε πικάντικη σάλτσα σόγιας και τζίντζερ.

Chow mein

Λαζάνια από αλέυρι, νερό, αλάτι, αβγά. confit λεμόνι

Χρησιμοποιείται στα ξινά φαγητά για να τα γλυκίζει, είναι σαν γλυκό λεμόνι με ζάχαρη που έχει κρατήσει λίγο από την ξινίλα του λεμονιού.

coulibiaca

πίτα ρώσικη γεμιστή με σολομό και λάχανο Creme fleurette

Η κρέμα γάλακτος ζαχαροπλαστικής. Με αυτή φτιάχνουμε σαντιγί. [Άννα] creme fraiche

Ποικίλει απο σχεδόν στερεή κρέμα (σαν ελληνικό γιαούρτι) έως υγρή κρέμα, ανάλογα με τη χώρα. Υπάρχει παστεριωμένη και μη παστεριωμένη (αυτό μάλλον μόνο στην Γαλλία) αλλά η γεύση της δεν είναι ξινή σαν της 8ουΓ cream ή sauerrahm. Μπορεί να αντιστοιχιστεί με την κρέμα γάλακτος μαγειρικής. [από την Άννα]

dal (νταλ)

ινδικό φαγητό. Πικάντικος πουρές από όσπρια (φακές, ξερά φασόλια και μπιζέλια). Defritum

βρασμένος μούστος ή παχύ πετιμέζι dumpling

ζουμερό μπαλάκι από ζύμη Dumplings

Μπαλάκια ζύμης με γέμιση. Συνήθως ατμιστά ή βρασμένα. egg rolls

μπαλάκια από ζύμη με αυγά. Τα γεμίζουν με λαχανικά, κρέας ή θαλασσινά entree

πρώτο πιάτο κρέατος ενός μεγάλου μενού entrocote

κομάτι του πλευρού, κρέας χωρίς κόκκαλα του βοδιού, ανάμεσα στα κόκκαλα και τις κοτολέττες.

fortune cookies

Μπισκοτάκια επιδορπίου. Σχήμα που θυμίζει φιογκάκια. Στο εσωτερικό τους, περιλαμβάνουν μήνυμα τύχης. Φολκλόρ ατραξιόν εξωτικών (κινέζικων) εστιατορίων.

four seasons

κοκτέιλ με τζιν, παρφέ ντ\’αμούρ, κουαντρό και κοκτέιλ φρούτων

ginseng

κινέζικο βότανο. Λέγεται ginseng (άνθρωπος ρίζα) λόγω της μακριάς και ευλύγιστης ρίζας του που θυμίζει το ανθρώπινο σώμα. Στην αρχαιότητα ήταν γνωστό με το όνομα πάναξ ο πεντάφυλλος. Έχει αφροδισιακές ιδιότητες, τονώνει το νευρικό σύστημα, προστατεύει από στρες, κατάπτωση και προκαλεί ευεξία. Αντεδείκνυται ο συνδυασμός του με καφέ, τσάι ή για εγκύους και όσους πάσχουν από υπερένταση.

hamantaschen pastries

τα γλυκά του Haman, τρίγωνα που φτιάχνονται από τραγανιστή ζύμη και γεμίζονται με δαμάσκηνα, βερίκοκα και σπόρους παπαρούνας

hoi sin (hoisin) sauce

Γλυκιά σάλτσα, πυκνής υφής, κοκκινωπής απόχρωσης. Προέρχεται από την πάστα των φασολιών. Είναι αρκετά πικάντικη.

kachauri (κατσάουρι)

ψωμί από αλεύρι ολικής αλέσεως. Τηγανίζεται σε μπόλικο λάδι μέχρι να φουσκώσει. kofta (κόφτα)

ψημένοι ή τηγανητοί κεφτέδες που μετά βράζουν σε παχιά σάλτσα. μοιάζει με το κεμπάπ.

korma (κόρμα)

πικάντικο πιάτο. Κοτόπουλο, αρνί και μοσχάρι μαρινάρονται σε ένα μείγμα από γιαούρτι, κρέμα γάλακτος, πουρέ φρούτων, φυστικοβούτυρο και πολλά μπαχαρικά.

krepach

μπαλάκια από ζυμάρι και κιμά μέσα σε σούπα (κάτι σαν τα γιουβαρλάκια) Liebstoeckl

στα λατινικά ονομάζεται levisticum officinale. Είναι ένας βολβός με κίτρινα λουλούδια, του οποίου ξερένουν τις ρίζες και τις χρησιμοποιούν για μπαχαρικό. Μοιάζει πολύ με το σέλινο.

lime (λάιμ)

Κιτρολέμονο. Εσπεριδοειδές συγγενικό με το λεμόνι. Μοιάζει λίγο με πράσινο, άγουρο λεμόνι, αλλά στην πραγματικότητα αποτελεί τελείως διαφορετικό φυτικό είδος με διαφορετική (αν και συγγενή) γεύση – υπόξινη και ελαφρή, αφήνει έναν τόνο γλυκάδας στο στόμα. Προέρχεται από τη Νοτιοανατολική Ασία, όπου και χρησιμοποιείται κυρίως ως άρτυμα (και τα φύλλα του ώς μπαχαρικό). Στην Ευρώπη και Αμερική χρησιμοποιείται κυρίως σε ποτά και αναψυκτικά. Κυκλοφορεί και ώς σιρόπι που λανθασμένα θεωρείται ότι έχει γεύση λεμονιού.

Liquamen

σάλτσα από παστό ψάρι. Πιθανό υποκατάστατο του αλατιού maki-zushi

είδος σούσι (γιαπωνέζικη νοστιμιά). Είναι ρολά σε μέγεθος μπουκιάς, γεμισμένα με ποικιλία ψαρικών και/ή λαχανικά και είναι τυλιγμένα σε ρύζι και νόρι (φύκια)

merguez

πολύ πικάντικο αραβικό λουκάνικο, ιδιαίτερα δημοφιλές στα λαϊκά παρισινά εστιατόρια και μπιστρό.

mirin

πολύ γλυκό σακέ, χρησιμοποιείται στη μαγειρική κυρίως στις σάλτσες γιαπωνέζικης κουζίνας τεριγιάκι, σουκιγιάκι κλπ. Αν και δεν συνίσταται να το πιείτε σαν ποτό, όταν το ρίχνετε πάνω σε φρέσκα φρούτα ή παγωτό εμπλουτίζει τη γεύση τους.

nampla (fish sauce)

Από φρέσκα αλατισμένα ψάρια (αντζούγιες). Χρώματος καφέ. Κυρίως ταϊλανδέζικη nigiri-zushi

είδος σούσι. Είναι φέτες ωμών ή μαγειρεμένων ψαρικών, λαχανικών ή άλλων μπουκιών που τοποθετούνται πάνω σε στρώμα από ρύζι για σούσι

noodle kugel

ένα είδος πίτας που γίνεται από χυλοπίτες, γεμιστή με ανθότυρο και σταφίδες. Συνοδεύει κρέας

nougat de montelimar

μαντολάτο oyster sauce

Μαύρη, πυκνόρρευστη αλμυρή σάλτσα. Προέρχεται από το ζουμί στρειδιών και σόγια. Συνοδεύει βραστά λαχανικά ή/και πουλερικά.

pakori (πακόρι)

λεπτές, τηγανητές πίτες σαν τσιπς που σερβίρονται με πικάντικες σάλτσες paratha (παράθα)

ψωμί από αλεύρι ολικής αλέσεως και ενισχυμένο με λίπος και αλάτι. Το διπλώνουν σε σχήμα τριγώνου και το γεμίζουν με χόρτα, μπαχαρικά, μαγειρεμένα λαχανικά ή κρέας. Τα υλικά αυτά μπορεί να είναι πλασμένα και μαζί με τη ζύμη.

parmiggiano reggiano

ιταλικό τυρί, το όνομά του προκύπτει από τις δύο περιοχές που το διεκδικούν: την Πάρμα και τη Ρέτζο Εμίλια

Passum

πάρα πολυ γλυκιά σάλτσα κρασιού pillao (πιλλάο)

ινδικό πιλάφι. Σερβίρεται σαν συμπλήρωμα στο φαγητό (βρασμένο ρύζι basmatti αρωματισμένο και χρωματισμένο με σαφράν) είτε σαν κύριο πιάτο (με λαχανικά και κρέας).

pina colada (πίνα κολάντα)

κοκτέιλ με άσπρο ρούμι, χυμό ανανά, καρύδας και άσπρη κρέμα. Το όνομα του δεν σημαίνει μπουγάδα από ανανά (όπως πολλοί πιστεύουν). Το colada προέρχεται απο το colar/colador και σημαίνει: περασμένο από το τρυπητό. Ίσως λοιπόν να στραγγίζανε τον ανανά και να παίρναν το ζουμί του ή ποιός ξέρει τι. [Dr Kotsanologos vs. hero]

Poleiminze

Ένα είδος μέντας poppadum (παπαντούμ)

ινδική κουζίνα. Τραγανιστές, λεπτές βάφλες από αλεύρι φακής και σόδα. Γίνονται ψητές ή τηγανητές και σερβίρονται αρωματισμένες με μπαχαρικά.

raita (ράιτα)

πικάντικη σαλάτα με γιαούρτι. Επίσης, περιέχει ψιλοκομμένα ωμά λαχανικά (αγγούρι ή ντομάτα με μέντα) ή μαγειρεμένα (μελιτζάνες, μπάμιες, σπανάκι).

ramen

κινέζικη μάρκα νούντλς, αρκετά δημοφιλή στην Ιαπωνία. Σερβίρονται μόνο ζεστά, σε μπωλ σαν σούπα. Είναι λεπτότερα από τα udon νούντλς

ribbe

Χριστουγεννιάτικο φαγητό από την Ανατολική Νορβηγία

Rice Noodles

Λεπτά ζυμαρικά από ρυζάλευρο rumaki

ορεκτικό από συκωτάκια πουλιών τυλιγμένα σε μπέηκον samosas (σαμόζας)

τριγωνικές πιτούλες με πικάντικη γέμιση πατάτας ή κιμά. satay

Πικάντικη σάλτσα Saturei

στα Λατινικά λέγεται satureia hortensis. Φύετται στη Νότια Ευρώπη και χρησιμοποιήτο κυρίως σε πιάτα με φασόλια.

seek kebab (σηκ κεμπάπ)

μικρά κομμάτια αρνιού με μπαχαρικά σε σουβλάκια. silfium

καρύκευμα που η χρήση του ήταν πολύ διαδεδομένη στην Αρχαία Ελλάδα και λόγω της πολύ κατανάλωσής του εξαφανίστηκε

Silphium

το άλλο όνομά της είναι ferula asa foetida. Στην Ινδική κουζίνα λέγεται hing. Πιθανότατα είναι υποκατάστατο του κρεμμυδιού και του σκόρδου, γιαυτό πρέπει να χρησιμοποιείται σε λιγότερες ποσότητες εξαιτίας της έντονης μυρωδιάς του.

soba

είδος νούντλς, θα τα βρείτε κυρίως στην Ανατ.Ιαπωνία. Φτιάχνεται από σιτηρά. Μπορούν να σερβιριστούν εκτός από ζεστά και κρύα μέσα σε ζωμό, συνήθως το καλοκαίρι

sommelier

οινογνώστης που σου προτείνει το κρασί που ταιριάζει με το πιάτο της επιλογής σου

soya sauce

Αλμυρή σάλτσα σόγιας και φασολιών

sour cream

Έχει στερεά μορφή γιαουρτιού, μπορείτε να τη φτιάξετε χτυπώντας γιαούρτι και κρέμα γάλακτος με χυμό λεμονιού και αφήνοντας για 24 ώρες έξω απο το ψυγείο. [Άννα]

tikka kebab (τίκκα κεμπάπ)

μικρά κομμάτια αρνιού, κοτόπουλου, συκωτιού ή θαλασσινών. Πριν ψηθούν, έχουν μαριναριστεί σε πικάντική σάλτσα γιαουρτιού με τζίντερ.

tzimmes με ψάρι gefilte

παραδοσιακό φαγητό του Εβραϊκού Πάσχα. Είναι ένα είδος γιαχνί από ποταμίσιο ψάρι (geflite), με πολλά καρότα. Ζυμώνεται σε μπαλάκια και σερβίρεται με horse­radish

udon

είδος νούντλς, ευρέως διαδεδομένο στη Δυτ.Ιαπωνία. Φτιάχνεται από αλεύρι σιταριού. Μπορούν να σερβιριστούν εκτός από ζεστά και κρύα μέσα σε ζωμό, συνήθως το καλοκαίρι

Wachenheim

Οινοπαραγωγική περιοχή στην Γερμανική περιοχή του Rheinpfalz. Τα καλύτερα κρασιά του παράγονται συνήθως από τις ποικιλίες Sylvaner, Riesling

Waffle

Τραγανό, λεπτό κέικ φτιαγμένο σαν τηγανίτα και ψημένο σε ένα ειδικό διπλής όψεως σίδερο με στρόφιγγα, δίνοντας του έτσι την χαρακτηριστική του επιφάνεια που μοιάζει με κερήθρα μελιού. Οι βάφλες, των οποίων η ιστορία ξεκινάει πολύ πίσω στην Ιστορία, τρώγονται με γλυκές ή αλμυρές επιστρώσεις. Οι Βελγικές βάφλες έχουν ιδιαίτερα μεγάλες και βαθιές κοιλότητες

Wahen

Μεγάλη ανοιχτή Ελβετική τάρτα, γεμισμένοι με λαχανικά, τυρί ή φρούτα Wakame

Ιαπωνικό φύκι με φίνα γεύση και υφή. Συνήθως αγοράζεται σε αποξηραμένη μορφή για σούπες ή φρέσκο για σαλάτες

Waldmeister

Γερμανική ονομασία για το woodruff Waldorf salad

Κομμένα μήλα, σέλερι και καρύδια σε μαγιονέζα. Δημιουργήθηκε από τον Όσκαρ Τσίρκι του Ξενοδοχείου Γουώλντορφ Αστόρια στην Νέα Υόρκη, πριν το τέλος του προπροηγούμενου αιώνα, παρόλο που τα καρύδια προστέθηκαν αργότερα

Walewska,a la

Γαρνιρισμένα με τρούφες και κομμένες langustine (είδος καραβίδας) και γλασαρισμένη με σάλτσα μορνέ με βούτυρο καραβίδας. Κλασσική Γαλλική σάλτσα ονομαστή από τον γιο της πολωνής ερωμένης του Ναπολέωντα

Walleye,walleyed pike

Για την ακρίβεια, ένα από τα μέλη της οικογένειας της πέρκας. Το συγκεκριμένο εξαίρετο ψάρι του γλυκού νερού, με την στέρεη και φίνας υφής σάρκα, ζει στην μεγάλες λίμνες της Βόρειας Αμερικής

Walliser

Γενικός όρος για το Ελβετικό τυρί Raclette Walnuss

Γερμανική ονομασία για το καρύδι Walnut(Καρύδι)

Δέντρο γηγενές στην Ασία, Ευρώπη και Βόρεια Αμερική. Οι καρποί του εκτιμώνται εκ αρχαιοτάτων χρόνων. Καταναλώνονται σκέτοι, σε μορφή πίκλας, ή χρησιμοποιούνται για γλυκά ή αλμυρά παρασκευάσματα. Το λάδι του εκτιμάται για την ιδιαίτερη γεύση του. Τα τσόφλια του μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την παραγωγή λικέρ (βλέπε brou)

Warqa

Μαροκινή κουζίνα. Ιδιαίτερα λεπτό φύλλο ζύμης (σαν χαρτοπετσέτα) το οποίο χρησιμοποιείται για την παραγωγή της bastilla. Παρασκευάζεται σαν τα Κινέζικα σπρίνγκ-ρόλλ. Μπορεί να αντικατασταθεί με φύλλο ή στρούντελ

wasabi (γουασάμπι)

Φυτό το οποίο συχνά αποκαλείται και Ιαπωνικό χόρσράντις (παρόλο που από βοτανολογικής πλευράς δεν συσχετίζονται). Η ρίζα του χρησιμοποιείται σαν μπαχαρικό για πιάτα με ωμά ψάρια. Υφίσταται σε μορφή σκόνης, φρέσκο ή ακόμα και σε μορφή πάστας και είναι πολύ καυτό σε γεύση και πράσινο σε χρώμα

washed rind cheese (τυρί με πλυμένη φλούδα)

Τυρί του οποίου η φλούδα έχει καταβραχεί με νερό, μπύρα, κρασί ή άλλο υγρό στοιχείο κατά την διάρκεια της ωρίμανσης. Σκοπός της εν λόγω πράξης, είναι το να αποφευχθεί η ανάπτυξη ορισμένων ειδών βακτηριδίων, να επιτραπεί η ανάπτυξη άλλων και για να αποφευχθεί η ξήρανση του τυριού

Washington,a la

Κλασσική Γαλλική γαρνιτούρα με καλαμπόκι και κρέμα γάλακτος Wassail

Καρυκευμένο παντς. Παραδοσιακά με κάποιο είδος μπύρας. Καταναλώνεται σε εορταστικές περιπτώσεις, πολύ συχνά τα Χριστούγεννα. Ετυμολογικά, η λέξη είναι Σκανδιναβικής προέλευσης και σημαίνει «στην υγειά σου»

Water chestnut

Το φρούτο ενός υδρόβιου φυτού το οποίο αναπτύσσεται μέσα σε ακανόνιστα σχηματισμένα αγκάθια κάτω από τα επιπλέοντα φύλλα του. Το φρούτο έχει τραγανή υφή και ντελικάτη γεύση, παρόμοια με αυτή των βρασμένων καρυδιών. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε πολλές παρασκευές και με πολλούς τρόπους. Δύναται να καλλιεργηθεί σε όλο τον κόσμο, αλλά δεν χαίρει ιδιαίτερης εκτίμησης παρά μόνο στην Άπω Ανατολή

Water ice

Παγωμένο επιδόρπιο από σιρόπι και φρουτοχυμό ή πουρέ φρούτων. Συνήθως με λίγο χυμό λεμονιού και άλλα προσθετικά (καφές, λικέρ) για γεύση. Ο πάγος είναι λείος, αλλά χωρίς την προσθήκη ασπραδιών αυγού όπως στο σορμπέ. Βλέπε sherbet, granite, spuma

Watercress

Φυτό το οποίο αναπτύσσεται σε ρηχά ρυάκια. Τα τραγανά και βαθιά πράσινα φύλλα του χρησιμοποιούνται σαν βότανα, πράσινη σαλάτα και σαν γαρνιτούρα. Μέλος της οικογένειας της μουστάρδας. Η γεύση του είναι χαρακτηριστικά πιπερίζουσα και ελαφρά δριμεία

Waterzooi

Παραδοσιακό βραστό από την περιοχή της Φλάνδρας. Πιθανώς προέρχεται από την περιοχή του Γκέντ. Παρασκευάζεται είτε με ψάρι είτε με κοτόπουλο. Η εκδοχή με ψάρι πιθανότατα προήλθε πρώτη με πέρκα, χέλι ή άλλες ποικιλίες ψαριών μαγειρεμένες σε άσπρο κρασί με βότανα. Στην εκδοχή με κοτόπουλο, πωσάρεται σε ζωμό με κρεμμύδια, σέλερι και καρότα, αρωματίζεται με χυμό λεμονιού και τελειώνουμε με κροκάδια αυγών και κρέμα γάλακτος

Weakfish

Επίσης γνωστή και ως θαλάσσια πέστροφα (παρόλο που πρέπει να διαχωριστεί σε αυτό το σημείο ότι άλλη είναι η θαλάσσια πέστροφα). Το συγκεκριμένο δεν είναι πέστροφα. Αυτό το θαλάσσιο ψάρι έχει λεία, γλυκιά και ντελικάτη σάρκα, η οποία συμπεριφέρεται διαφορετικά ανάλογα με το είδος μαγειρέματος

Wehlen

Μικρή πόλη στον ποταμό Μοσσέλ, του οποίου τα κρασιά είναι τα καλύτερα της περιοχής του Μιττέλ-Μοσέλ

Weinbeere

Γερμανική ονομασία για το σταφύλι Weinberg

Γερμανική ονομασία για τα οινοποιεία Weissbier

Ελαφριά, αφρώδης καλοκαιρινή μπύρα («άσπρη μπύρα») από την περιοχή της Βαυαρίας. Σερβίρεται με φέτα από λεμόνι

Weisswurst

Μικρό ντελικάτο γερμανικό λουκάνικο γεμιστό με μοσχάρι. Αρωματισμένο με κρασί και βασιλικό. Αποτελεί μία από τις σπεσιαλιτέ του Μονάχου. Καταναλώνεται για πρωινό μαζί με γλυκιά μουστάρδα

Welsh rarebit

Βρετανικό πιάτο που αποτελείται από σκληρό τυρί τύπου Τσένταρ λιωμένο με μπύρα ή γάλα και αρωματικά στοιχεία. Περιχυμένο πάνω από ψωμί του τοστ και ελάχιστα ψημένο σε σχάρα

Wensleydale

Αγγλικό άψητο και πιεσμένο τυρί από γάλα αγελάδας. Διατίθεται με άσπρη και μπλε εμφάνιση. Το άσπρο παρασκευάζεται σε επίπεδους δίσκους βάρους 3,5 κιλών και κατακρατείται για ωρίμανση για 3-4 εβδομάδες. Είναι άσπρο, υγρό, κροκιδωτό. Ώριμο δεν πρέπει να είναι κιτρινωπό ή ξινό. Το μπλε ωριμάζει για μία περίοδο 4-6 μηνών. Είναι παρόμοιο με το Stilton, μόνο που έχει λιγότερες φλέβες και είναι πιο απαλό, γλυκό και με γεύση περισσότερο καρυδώδη

Westfalische Schinken

Γερμανικό ζαμπόν. Παρασκευάζεται από γουρούνια που έχουν τραφεί με καλαμπόκι. Σύμφωνα με ορισμένους, είναι ποιοτικά ισάξιο με το prosciutto, Bayonne και το Smithfield. Το κρέας είναι ελαφρά καπνιστό, ξηραμένο αλλά όχι μαγειρεμένο. Σερβίρεται σε εξαιρετικά λεπτές φέτες, με ψωμί pumpernickel

Wonton

Ζύμη γεμιστή, βραστή ή τηγανητή Worcestershire sauce

πικάντικη και αρωματική σως. Χρησιμοποιείται σε σούπες, κρέας, μαγειρευτά, σάλτσες, ψάρι, ινδικά και κινέζικα φαγητά, σαλάτες, ποτά όπως ντοματοχυμούς, Bloody Maries κλπ.

x-ni-pec (σνι-Πίκ)

Η έκδοση της salsa mexicana cruda από το Γιουκατάν. Φτιαγμένη με χυμό από πικρά πορτοκάλια

xato

Ισπανική χειμερινή σαλάτα, από την Καταλονία. Με Βελγικά αντίδια (Belgian endive), κόκκινες πιπεριές τσίλι, αμύγδαλα, σκόρδο, λάδι και ξύδι

xcatic

Μεγάλη κιτρινοπράσινη πιπεριά από το Μέξικο xeres

γαλλική ονομασία για το σέρυ xia

κινέζικη ονομασία για την γαρίδα xiang cai

κινέζικη ονομασία για τον κορίανδρο xie

Κινέζικη ονομασία για το καβούρι

ximxim de galinha (ΣΙΜ-σιμ-ντε γαλιί-νια)

Κοτόπουλο σε μαρινάδα από στεγνές γαρίδες, πιπεριές τσίλι, τζίντζερ και κάσιους. Κλασσικό πιάτο της Αφρο-Βραζιλιανικής παράδοσης.

xoconostle

Μεξικάνικη ονομασία για τα πράσινα φραγκόσυκα (pricle pear) xoi vo (Σόι Βαα)

Κίτρινα κουκιά και ρύζι καρύδας, ένα ιδιαίτερα δημοφιλές πρωινό ή μεζές στο Βιετνάμ

Ya

Κινέζικη ονομασία για την πάπια Yakhni

Ινδικό ονομασία για ακατέργαστο κρέας ή πουλερικά.

Yaki

Ιαπωνική ορολογία για ψήσιμο στο γκριλ ή στην σχάρα. Yakimono είναι το φαγητό ψημένο στην σχάρα. Yakitori είναι κομμάτια από κοτόπουλο και λαχανικά σε σούβλα, μαριναρισμένα σε καυτερή σάλτσα και ψημένα στην σχάρα

Yam

Ένα σωληνοειδές λαχανικό με καταγωγή την Αφρική. Η μεγάλη θρεπτική αξία του έχει βοηθήσει στο να γίνει μία πολύτιμη πηγή αναγκαίων συστατικών για εκατομμύρια ανθρώπους, ειδικά στις τροπικές και υποτροπικές περιοχές. Έχει άσπρη ή κίτρινη σάρκα και καφετί φλούδα και συχνά μπερδεύεται με την γλυκοπατάτα (ειδικά στις ΗΠΑ υπάρχει μία μεγάλη ποικιλία ειδών γλυκοπατάτας που αποκαλούνται yam)

Yam (gung)

Ταϊλανδέζικη ονομασία για την σαλάτα. Yam gung είναι γαριδοσαλάτα με κίτρα και τσίλι.

Yaourt ή yahourt

Γαλλική ονομασία για το γιαούρτι Yarrow

Αγγλικό βότανο του οποίου τα υπέροχα φύλλα χρησιμοποιούνται ως βότανα ή για τσάι

Yasai

Ιαπωνική ονομασία για τα λαχανικά

Yassa

Σενεγαλέζικη μαρινάδα από λεμόνι, πιπεριές τσίλι και κρεμμύδια. Για κοτόπουλο με

ρύζι

Yeast

Ένας μικροσκοπικός, μύκητας φυσικής προέλευσης, ο οποίος δημιουργεί την διαδικασία της ζύμωσης, ξεκινώντας την χημική διαδικασία από την οποία προκύπτει το ψωμί, το τυρί, η μπύρα και το κρασί. Υπάρχουν πολλά είδη μαγιάς κυρίως φρέσκια, ξηρή και ζύθου. Το baking powder είναι ένα πρόσφατο χημικό υποκατάστατο για την ζύμωση του ψωμιού

Yemas de San Leandro

Κρόκοι αυγών οι οποίοι έχουν μπει σε ζεστό σιρόπι. Σε σχήμα κλωστής περιπλεγμένα γίνονται γλυκά. Το ζαχαρωτό αυτό οφείλει την καταγωγή του στους Μαυριτανούς επιδρομείς και παρασκευάζεται από τις καλόγριες του Σαν Λεάντρο στην Σεβίλλη

Yemitas de mi bisabuela

Μεξικάνικο γλυκό. Αποτελείται από κρόκους αυγών, σέρυ και σιρόπι. Αφού τα συστατικά δημιουργήσουν μία μπάλα, κυλιούνται σε ζάχαρη και κανέλα

Yen Wo

Η φωλιά των ορεσίβιων πουλιών θεωρείται ιδιαίτερα καλή λιχουδιά στην Κινέζικη κουζίνα. Οι ξηρές φωλιές, είτε άσπρες είτε μαύρες, μουλιάζονται σε νερό για να αποκτήσουν την ζελατινοειδή υφή τους και χρησιμοποιούνται ως γαρνιτούρα σε σούπες σε δεξιώσεις ή ειδικές περιστάσεις. Ιδιαίτερα ακριβή. Ειδικά οι άσπρες

Yorkshire pudding

Βρετανική γευστική πουτίγκα από γάλα, αυγά, αλεύρι τα οποία τα χτυπάμε σκληρά. Αρχικά ψηνόταν κάτω από ένα ροσμπίφ σε μία σούβλα ή σε μία οδοντωτή ράβδο για να πιάσει την μυρωδιά από τα αποστάγματα. Κόβεται σε τετράγωνα για το σερβίρισμα. Η σάλτσα Yorkshire αποτελείται από σάλτσα από κρασί πόρτο, ζελέ από κόκκινες σταφίδες και γαρνίρεται από κομμάτια φλούδας πορτοκαλιού κομμένα ζουλιέν

Yu chi

Πτερύγιο καρχαρία. Θρεπτική σπεσιαλιτέ από την κινέζικη κουζίνα. Αφού μουλιάσει για μεγάλο χρονικό διάστημα, φανερώνεται η ζελατινοειδής υφή του, μία ακριβή σπεσιαλιτέ κρατημένη για δεξιώσεις

Yuca

Ισπανική ονομασία για την ταπιόκα

Yufka

Τούρκικη κουζίνα. Λεπτός κύκλος από ζύμη για ψωμί. Χρησιμοποιείται για τύλιγμα. Όπως το φύλλο (phyllo), αλλά πιο λεπτός

Yukon gold

Νέα ποικιλία πατάτας με μικρό μέγεθος, κίτρινο χρώμα και πλούσια (αλλά όχι λιπαρή) γεύση

yun er

Μύκητας ακανόνιστου σχήματος. Συναντάται στα κούτσουρα. Χρησιμοποιείτε στην Κινέζικη κουζίνα λόγω της ενδιαφέρουσας υφής του: Κίτρινη, καφέ ή μαύρη, από την μία μεριά. Άσπρη από την άλλη. Ο αποξηραμένος μύκητας διογκώνεται σε μέγεθος ύστερα από μούλιασμα σε κάποιο υγρό πριν από το μαγείρεμα

 

Αφήστε το σχόλιό σας

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Translate »